Δ004.23 | “TerrainsCultivés” Βιωματικό Πάρκο Ανακύκλωσης ενδυμάτων και υφασμάτων στα Ιωάννινα

 

Διπλωματική εργασία: “TerrainsCultivés” Βιωματικό Πάρκο Ανακύκλωσης ενδυμάτων και υφασμάτων στα Ιωάννινα
Φοιτήτρια: Εύη Βαρδάκα
Επιβλέπουσα: Κατερίνα Κοτζιά
Σχολή: Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, 2023



ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η ραγδαία αύξηση της παγκόσμιας παραγωγής και κατανάλωσης των ρούχων έχει καταστρεπτικό αντίκτυπο τόσο στην ανθρώπινη κοινωνία όσο και στο περιβάλλον και τους φυσικούς πόρους. Το φαινόμενο αυτό έχει προκληθεί κατά τις τελευταίες δεκαετίες ύστερα από την εμφάνιση των “FastFashion” εταιρειών και την καλλιέργεια της νοοτροπίας «ποσότητα αντί της ποιότητας» σχετικά με την διαχείριση των ρούχων. Παράλληλα, η απουσία της διαφάνειας σε όλα τα στάδια παραγωγής των προϊόντων απομακρύνει τον καταναλωτή από την πηγή παραγωγής και εμποδίζει την αντίληψη του πραγματικού προβλήματος και του μεγέθους των απορριφθέντων της κλωστοϋφαντουργίας.


Η διπλωματική εργασία ερευνά τον τρόπο με τον οποίο η αρχιτεκτονική μπορεί να συμβάλλει ως ένα βιωματικό και προγραμματικό εργαλείο στην εξοικείωση των ανθρώπων με ένα νέο βιώσιμο και ηθικό μοντέλο διαχείρισης των προϊόντων της κλωστοϋφαντουργίας, το οποίο βασίζεται στην κυκλική οικονομία και αποσκοπεί στην ελαχιστοποίηση της σπατάλης που προκαλείται από την παγκόσμια βιομηχανία της μόδας.


Με τόπο παρέμβασης τα Ιωάννινα, προτείνεται ο σχεδιασμός ενός Πάρκου ανακύκλωσης ενδυμάτων σε ένα μέρος ιδιαίτερης σημασίας κοντά στο ιστορικό κέντρο και την παλιά γειτονιά «Σιαράβα», όπου βρίσκονταν τα βυρσοδεψεία των Ιωαννίνων μέχρι τον 20ο αιώνα, και διατηρούσαν τον χαρακτήρα της πόλης ως «ένα απέραντο εργαστήριο». Το Πάρκο, σχεδιασμένο ως ένα κομμάτι της παραλίμνιας διαδρομής και της καθημερινότητας των ανθρώπων, γίνεται βιωματικός τόπος έκθεσης και εκπαίδευσης σχετικά με την ανακύκλωση των ενδυμάτων και υφασμάτων αλλά και την σωστή διαχείρισή τους με σκοπό την επιμήκυνση του κύκλου χρήσης τους. Παράλληλα, μέσα σε αυτό εντάσσεται η καλλιτεχνική και η επιστημονική κοινότητα με σκοπό την έρευνα και την συνεχή εξέλιξη του Πάρκου σύμφωνα με τα παγκόσμια δεδομένα. 


Η πρόταση προσεγγίζει ένα ζήτημα υπερτοπικού χαρακτήρα φέρνοντάς το στην κλίμακα του τοπικού, επιχειρώντας να δημιουργήσει τις συνθήκες για μια πιο βιώσιμη διαχείριση των παραγώγων της μόδας μέσα από την ενεργοποίηση και την ένταξη της τοπικής κοινωνίας σε κοινωνικό και εμπορικό επίπεδο.

 


Σύµφωνα µε απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης µέχρι τον Ιανουάριο του 2025 είναι υποχρεωµένα όλα τα κράτη-µέλη να ανακυκλώνουν ξεχωριστά τα κλωστοϋφαντουργικά απόβλητα, όπως γίνεται σήµερα µε το γυαλί, το µέταλλο, το χαρτί και τα υπόλοιπα.
 

Τα νέα προβλήµατα χρειάζονται και νέες λύσεις.

Η αλλαγή του τρόπου διαχείρισης των ρούχων που φοράνε όλοι καθηµερινά σημαίνει αλλαγή της νοοτροπίας. Για να επιτευχθεί αυτό αρχικά απαιτείται η ενηµέρωση και επίγνωση του προβλήµατος από τον καθένα ώστε να γίνει συνειδητή η καιριότητα της επιρροής που έχουν τα συνεχώς αυξανόµενα απόβλητα της µόδας στον άνθρωπο και στον πλανήτη. Ωστόσο αυτό είναι µόνο το ορατό αποτέλεσµα. Για να µπορέσει να προσαρµοστεί κανείς σε ένα πιο βιώσιµο και ηθικό µοντέλο διαχείρισης των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων θα πρέπει να προηγηθεί µια εκπαίδευση και εξοικείωση στη νέα νοοτροπία- έναν νέο τρόπο ζωής που µαθαίνει το άτοµο να σέβεται να ρούχα που επιλέγει για τον εαυτό του όπως σέβεται και το φαγητό που επιλέγει να τρώει. Παράλληλα, να σέβεται και να γνωρίζει την πηγή των προϊόντων αυτών.



Όταν κάτι γίνεται υποχρεωτικό από το κράτος χρειάζεται πρώτα ένα διάστηµα εκπαίδευσης του πλήθους και οι σωστές υποδοµές που θα την παρέχουν.

Τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα έχει αρχίσει να καλλιεργείται η νοοτροπία της βιώσιµης και ηθικής µόδας και από το 2012 η εταιρεία RECYCOM έχει τοποθετήσει ειδικούς κάδους ανακύκλωσης ρούχων µε σκοπό τη συλλογή των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων.


Στην Ελλάδα δεν υπάρχει εργοστάσιο ανακύκλωσης ρούχων, συνεπώς το σύστηµα που έχουν υιοθετήσει οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον χώρο αυτό είναι η συλλογή των ρούχων και ο διαχωρισµός τους ανάλογα µε την κατάσταση στην οποία βρίσκονται ώστε είτε να δωρηθούν είτε να σταλθούν σε εργοστάσια του εξωτερικού για ανακύκλωση.

Σκοπός της εργασίας δεν είναι η δηµιουργία ενός εργοστασίου ανακύκλωσης ρούχων στην Ελλάδα αλλά µια στρατηγική που θα συµβάλλει ώστε να προετοιµαστεί το έδαφος για όταν θα υπάρξει η ανάγκη να δηµιουργηθεί .


Έτσι προτείνεται η δηµιουργία ενός κτιριακού συνόλου στις παλιές στρατιωτικές φυλακές των Ιωαννίνων, το οποίο θα ενηµερώνει και θα εκπαιδεύει τον κόσµο σχετικά µε την ανακύκλωση, την παραγωγή και την διατήρηση των ρούχων.



Συγκεκριμένα μέσα από την έκθεση των τεχνικών ανακύκλωσης, με χρήση μηχανημάτων μικρής κλίμακας, αλλά και εκπαιδευτικών workshops επιδιόρθωσης και κατασκευής ρούχων σε συνεργασία µε τους επαγγελµατίες της τοπικής κοινότητας, οι κάτοικοι της πόλης θα έρχονται σε επαφή µε την πηγή της διαδικασίας και θα συµµετέχουν ενεργά σε αυτήν. Παράλληλα, προκειµένου η ενηµέρωση να συµβαδίζει µε τις παγκόσµιες εξελίξεις σχετικά µε την επιστηµονική έρευνα αυτού του κλάδου, ενσωµατώνεται στο πρόγραµµα ένα εργαστήριο Έρευνας και Ανάπτυξης, το οποίο σε συνεργασία µε την ακαδηµαϊκή κοινότητα του Πανεπιστηµίου Ιωαννίνων και τις σχολές του Χηµικού και της Επιστήµης Υλικών θα τροφοδοτεί µε νέο υλικό προς έκθεση τον πυρήνα του κέντρου. Τέλος, καλλιτέχνες που ασχολούνται µε ζητήµαταβιωσιµότητας και ανακύκλωσης στη βιοµηχανία της µόδας θα µπορούν να δηµιουργήσουν στα εργαστήρια του Πάρκου και να εκθέσουν το έργο τους προς πώληση ενισχύοντας την κουλτούρα της ανακύκλωσης αντικειµένων και ιδεών. 

Ο τόπος παρέµβασης βρίσκεται δίπλα στη λίµνη και την περιοχή των ταµπάκικων, αποτελώντας ένα ακόµα επεισόδιο της παραλίµνιας διαδροµής. Παράλληλα χαρακτηρίζεται από πολλά διαφορετικά αστικά και φυσικά στοιχεία αφού αποτελεί µια διεπιφάνεια µεταξύ πόλης και λίµνης που στην υπάρχουσα κατάσταση διακόπτει τη σχέση των δύο.

Στο οικόπεδο αυτό, έκτασης 31.185m2, στεγάζονταν οι Στρατιωτικές Φυλακές των Ιωαννίνων και παλαιότερα ήταν καλλιεργήσιµες εκτάσεις, λαχανόκηποι του στρατού. Σήµερα η µόνη ζωντανή πηγή του οικοπέδου είναι η εκκλησία του Αγίου Ελευθερίου, η οποία λειτουργεί ακόµα και αποτελεί σηµαντικό στοιχείο για την τοπική κοινότητα. 

Το οικόπεδο χαρακτηρίζεται από αντιθέσεις αστικού και φυσικού χαρακτήρα µε την πόλη και τη λίµνη να εισχωρούν σε αυτό. Η αρχιτεκτονική µορφή των κτιριακών υποδοµών, ανοιχτή και πορώδης προσκαλώντας τον καθηµερινό περιπατητή από τη µία στέκεται δίπλα στον αυστηρό όγκο του κτιρίου ΚΕ.ΠΑ.ΒΙ. ενώ από την άλλη τείνει να ενοποιηθεί µε την οµαλότητα του φυσικού τοπίου. Η περιοδικότητα των φυσικών στοιχείων -φύτευση, φυλλοβόλα δέντρα και νερό- γίνεται µέρος του σχεδιασµού και ανάλογα µε την εποχή η εικόνα του οικοπέδου μεταβάλλεται µμαζί µε τη φύση.

Η λειτουργία του Πάρκου βασίζεται σε δύο βασικούς άξονες, πρώτα στην συνειδητοποίηση και την ευαισθητοποίηση των πολιτών σχετικά µε το παγκόσµιο πρόβληµα της υπερκατανάλωσης της µόδας µέσα από το βίωµα και την ενηµέρωση, και ύστερα στην εκµάθηση της σωστής διαχείρισης των προϊόντων της βιοµηχανίας της µόδας µε σκοπό την µείωση της σπατάλης και την δυνατότητα αξιοποίησής τους ως κάτι νέο µέσα από τις συνεχώς εξελισσόµενες τεχνικές ανακύκλωσης.
 
Μια νέα συνθήκη που βασίζεται στο κυκλικό µοντέλο της µεταχείρισης-αξιοποίησης των ρούχων µε βάση την εκπαίδευση, τη διατήρηση και την ανακύκλωση.
 
Πυρήνα της λειτουργίας του κτιριακού συνόλου αποτελεί ο χώρος συλλογής και διαχωρισµού των ρούχων από όπου τροφοδοτείται η εκπαίδευση των πολιτών µέσα από το βίωµα, την ευαισθητοποίηση και την εξοικείωση µε τις νέες τεχνολογίες.
 
Η διαφάνεια της διαδικασίας και η αναγνώριση της λειτουργίας του Πάρκου είναι απαραίτητα στοιχεία για την ενσωµάτωσή του ως ένα κοµµάτι της καθηµερινότητας των ανθρώπων. Ως ένα µέσο αυτής της εξοικείωσης χρησιµοποιείται και η απόχρωση των φορτηγών που θα µεταφέρουν τα ρούχα από και προς το κέντρο.
 
Τα “ταµπάκικα” βρίσκονταν στην περιοχή Σιαράβα, τη σηµερινή οδό Γαριβάλδη και ήταν τα εργαστήρια και οι κατοικίες των βυρσοδεψών της πόλης. Άρχισαν να ανπτύσσονται από τον 17ο αι. µέχρι και τα µέσα του 20ου, όταν άρχισε να αναπτύσσεται η βυρσοδεψεία ως βιοµηχανία πλέον και είχε ως αποτέλεσµα την παρακµή του επαγγέλµατος. Η δραστηριότητα αυτή συνδέθηκε µε τα Γιάννενα και κυριάρχησε στην κοινωνική, πολιτισµική και οικονοµική ζωή της πόλης εξαιτίας της πύκνωσης του πληθυσµού και της κτηνοτροφίας του ορεινού τόπου. Παράλληλα υπήρχαν και επαγγέλµατα και άλλες συντεχνίες στην περιοχή γύρω από το κάστρο, δηµιουργώντας µια συνθήκη συµβίωσης και συνεργασίας ανοιχτή στην πόλη.

Δίπλα στη λίµνη, καθώς το νερό ήταν απαραίτητο για την επεξεργασία των δερµάτων, λειτουργούσαν όλα τα εργαστήρια στο πλαίσιο µιας πόλης που χαρακτηρίζεται από τους περιπατητές και τους ιστορικούς ως ένα απέραντο εργαστήριο µεταποίησης.

Ο σχεδιασµός του χώρου των εργαστηρίων των καλλιτεχνών αφορµάται από την τότε διάρθρωση των ταµπάκικων.  Ήταν µακρόστενα διαµπερή κτίρια το ένα κολληµένο δίπλα στο άλλο και είχαν µπροστά το εργαστήριο και πίσω την κατοικία. Από την πλευρά της λίµνης υπήρχε κενός χώρος που συχνά δηµιουργούταν από τις όψεις των κτιρίων και τον χρησιµοποιούσαν για να απλώνουν τα δέρµατα και ως χώρο κοινωνικής αλληλεπίδρασης. Οι στέγες ήταν χαρακτηριστικό τους στοιχείο.