Δ014.18 Αποκατάσταση και Αξιοποίηση του Ενετικού Νεωρίου στα Γουβιά της Κέρκυρας


Τίτλος εργασίας: Αποκατάσταση και Αξιοποίηση του Ενετικού Νεωρίου στα Γουβιά της Κέρκυρας
Μελέτη: Μαυρογένη Μαρία, Σταυρίδη Δάφνη
Επιβλέπων Καθηγητής: Σκουτέλης Νίκος
Πολυτεχνείο Κρήτης | Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών | Ιούνιος 2017


Το υπό μελέτη μνημείο βρίσκεται στον όρμο του οικισμού των Γουβιών. Πρόκειται για αξιόλογο δείγμα ναυπηγικής αρχιτεκτονικής του 18ου αιώνα και έχει κυρηχθεί ως διατηρητέος αρχαιολογικός χώρος με φορέα προστασίας την 21η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Αντικείμενο της παρούσης διπλωματικής εργασίας αποτελεί η εκπόνηση πρότασης αποκαταστάσεως του νεωρίου, επαναχρήσεώς του ως πολιτιστικό κέντρο, καθώς και αναπλάσεως του άμεσα συνδεδεμένου περιβάλλοντος χώρου. Στόχος της πρότασης είναι η αναβίωση του μνημείου και η ένταξή του στη δημόσια ζωή της πόλης.

Το νεώριο ανεγέρθη από τους Ενετούς κατά την περίοδο κυριαρχίας τους στην Κέρκυρα περί το 1778. Αποτελούσε μέρος ενός δικτύου ενετικών ναυστάθμων που κτίστηκαν στην Ελλάδα σε εξίσου στρατηγικά σημεία και η κύρια χρήση του ήταν η επιδιόρθωση των ενετικών πλοίων μετά το πέρας της κάθε εκστρατείας. Όσον αφορά την αρχιτεκτονική του, υπάρχουν ελάχιστες πηγές για την ακριβή πρότερη μορφή του. Το νεώριο αποτελείται από τρεις τοξωτές λιθόκτιστες αποβάθρες επί των οποίων εικάζουμε πως εδράζετο ξύλινη δίρριχτη στέγη με κεραμιδωτή επικάλυψη. Ο κατά μήκος άξονας του κτηρίου είναι στραμμένος προς τη θάλασσα, η οποία πριν τον αποκλεισμό του λιμένα από άμμο εισχωρούσε στις πτέρυγές του, ώστε να εξυπηρετείται η ανάσυρση των σκαφών.

Σήμερα, διατηρείται μόνο ο σκελετός του κτίσματος σε ερειπώδη κατάσταση, η οποία περιλαμβάνει εκτεταμένες φθορές στην τοιχοποιία και την απουσία της στέγης. Ακόμη, στα δυτικά του ναυπηγείου διατηρείται η πύλη της οχυρωματικής κατασκευής που άλλοτε περιέβαλλε το ναυπηγείο. Παρά την χρόνια έλλειψη συντήρησής του, το κτήριο φιλοξενεί συχνά πολιτιστικές εκδηλώσεις, γεγονός που επικαιροποιεί την ανάγκη αποκαταστάσεώς του.





 Εστιάζοντας λοιπόν σε πρώτο στάδιο στην τεκμηρίωση της υφιστάμενης κατάστασης του μνημείου και της παθολογίας του κελύφους διενεργούμε τις εξής ερευνητικές και εργαστηριακές εργασίες: αρχιτεκτονική αποτύπωση του μνημείου, χημική ανάλυση λίθων και κονιαμάτων, αποτύπωση των ρηγματώσεων και εκτέλεση διερευνητικών τομών στις αντιρρίδες. Οι φθορές που εντοπίζουμε στο κέλυφος αποδίδονται κατά κύριο λόγο στα επίπεδα υγρασίας, την παλαιότητα και το σεισμογενές υπέδαφος.

Προτείνουμε έπειτα τις απαραίτητες εργασίες αναστηλώσεως, με γνώμονα την αναστρεψιμότητα της επέμβασης, προκειμένου να καθίσταται δυνατή η μελλοντική επανακατεργασία. Οι εργασίες στις οποίες προβαίνουμε είναι ο καθαρισμός των λιθοδομών, η σταθεροποίηση των λίθων με τον εμποτισμό ενεμάτων, η συμπλήρωση συμβατού και χρωματικά διακριτού υλικού για την ανακατασκευή τοιχοποιίας και η αφαίρεση των σαθρών επιχρισμάτων. Επιπλέον, προχωρούμε στην αποχωμάτωση και επαναφορά της αρχικής στάθμης του δαπέδου, καθώς και στην τοποθέτηση νέου.

Η στοχοθεσία της συνθετικής μας προσέγγισης εστιάζει στην ανάδειξη του μνημείου μέσω της απόδοσης νέων χρήσεων, κατασκευών και διαμορφώσεων, στην αποκατάσταση της διερρηγμένης σχέσης του με το παράκτιο μέτωπο, καθώς και στη δημιουργία ενός υπερτοπικού πόλου έλξης. Δεδομένων αυτών, προτείνουμε αρχικά την εισχώρηση της θάλασσας πλησίον της νότιας πτέρυγας του ναυπηγείου ως αναφορά στην πρότερη χρήση του. Επιπλέον, την ενίσχυση του άξονα που διατρέχει τη βόρεια πτέρυγα και τη διατήρησή του ως ανοιχτό πέρασμα. Για την στέγαση του περάσματος χρησιμοποιούμε επαναλαμβανόμενα ξύλινα πλαίσια δημιουργώντας εναλλαγές φωτός και σκιάς. Η κεντρική και η νότια πτέρυγα προτείνουμε να στεγαστούν και να αξιοποιηθούν ως πολιτιστικό κέντρο.




Συγκεκριμένα, στην κεντρική πτέρυγα τοποθετούμε την κύρια είσοδο και αποδίδουμε χώρο εκδηλώσεων και πολλαπλών χρήσεων, ενώ υποβαθμίζουμε τμήμα της για την εξυπηρέτησή τους με κερκίδες και ράμπα. Η νότια πτέρυγα θα λειτουργεί ως εκθεσιακός χώρος, όπου θα φιλοξενούνται μόνιμη έκθεση ενετικής ναυπηγικής και κινητές εκθέσεις πολιτισμού. Επιπλέον, τοποθετούμε μεταλλική κατασκευή για τους βοηθητικούς χώρους. Στην όψη προς το πέρασμα χρησιμοποιούμε πτυσσόμενα ανοίγματα για τη δυνατότητα ενοποίησης κλειστού, ημιυπαίθριου και ανοιχτού χώρου, ενώ, τις δυο πτέρυγες στεγάζουμε με δίρριχτη ξύλινη στέγη, ομοίως με την αυθεντική χρησιμοποιώντας τα υπάρχοντα ζευκτά. Για την επικάλυψη χρησιμοποιούμε γαλβανισμένο χάλυβα που διακόπτεται πάνω από τα ζευκτά με υαλοπετάσματα για την ανάδειξή τους και τον επαρκή φωτισμό των χώρων.

Προβλέπουμε επίσης τη δημιουργία ξύλινης προβλήτας στο παραθαλάσσιο μέτωπο, ενώ διαμορφώνουμε δύο πλατείες, βόρεια και ανατολικά του ναυπηγείου, οι χαράξεις των οποίων ακολουθούν τον κάνναβο του κελύφους. Για την κάλυψη των αναγκών των χώρων αναψυχής προτείνουμε την τοποθέτηση ενός αναψυκτηρίου στην βόρεια πλατεία. Για την απαραίτητη στέγαση του υπαίθριου χώρου τοποθετούμε μεταλλικό στέγαστρο, το μοτίβο του οποίου ακολουθεί το μοτίβο της όψεως του ναυπηγείου. Τέλος κρίνουμε απαραίτητη την πεζοδρόμηση και την εξυγίανση της πορείας προ της πύλης για την οποία προτείνουμε φύτευση και υπαίθρια καθίσματα.