Διπλωματική εργασία: Η γέφυρα και ο οικισμός | Σχεδιασμός περιπτέρου επισκεπτών και διαμόρφωσης δημόσιων χώρων στην Αράδαινα
Φοιτητής: Καραμήτρου Αντώνης
Επιβλέπων Καθηγητής: Σκουτέλης Νικόλαος
Ως συνέχεια της ερευνητικής με τίτλο «Στο κατώφλι της εγκατάλειψης: εγκώμιο του θανάτου των κτηρίων» επιλέχθηκε ως χώρο σχεδιαστικής άσκησης ο οικισμός της Αράδαινας. Ο οικισμός, εγκαταλελειμμένος τα τελευταία εβδομήντα χρόνια, συνιστά την τελευταία οικιστική μορφή, συνέχειας της αρχαϊκής πόλης Αραδήν ή Ηραδήν, η οποία καταλάμβανε ευρύτερη περιοχή σε σχέση με τη σημερινή εγκατάσταση.
Η ζωή των κατοίκων ήταν πάντα συνδεδεμένη με το φαράγγι, όμως με την κατασκευή της γέφυρας, η σχέση αυτή διαρρηχθεί, παρά το γεγονός ότι η τελευταία αποτελεί σημείο αναφοράς, τονίζοντας τη δυναμική του φυσικού υποβάθρου με την ανθρώπινη δραστηριότητα. Ο επισκέπτης αντικρύζοντας το μεγαλείο της φύσης, αισθανόμενος τον ίλιγγο από τη θέαση τον κατακόρυφων μετώπων του φαραγγιού σε συνδυασμό με τα έργα του ανθρώπου, βιώνει το δίπολο του μεταφυσικού φόβου και της διονυσιακής χαράς, κατακλυσμένος από το αίσθημα του Υψηλού.
Η γέφυρα ως πράγμα περισυλλέγει το τετραμερές (γη, ουρανό, θεότητες, θνητούς), διαθέτοντας του θέση και γεννώντας τόπο στον οποίο παραχωρείται χώρος. Η γέφυρα, αιωρούμενη, υψώνεται πάνω από το φαράγγι, δεν συνδέει απλώς τις πλευρές του φαραγγιού που προϋπάρχουν, αλλά τις αφήνει να κείνται η μία έναντι και ταυτοχρόνως υπεράνω της άλλης. Η μία πλευρά διακρίνεται από την άλλη μέσω της γέφυρας και συλλέγουν τη γη, με τις εκτάσεις του τοπίου, που απλώνονται πίσω από αυτές, πλησίον της[1]. Ο οικισμός έχοντας διάγει το κατώφλι της εγκατάλειψης, οδεύοντας προς την ολοκληρωτική του ενσωμάτωση στο γεωλογικό υπόβαθρό, εγείρει στον επισκέπτη σκέψεις περί της θνητής του φύσης, προκαλώντας του την εγρήγορση, την αυτογνωσία και την πληρότητα.
Η παρούσα διπλωματική εργασία πραγματεύεται τους δύο δημόσιους χώρους, που βρίσκονται ένθεν και ένθεν της γέφυρας, καθώς και τις ελάχιστες δυνατές επεμβάσεις στο υφιστάμενο δίκτυο μονοπατιών. Επομένως, σκοπό έχει να αναδείξει όλες αυτές τις πτυχές του τόπου και να δημιουργήσει κατώφλια επίσκεψης στα προαναφερόμενα συστήματα.
Φοιτητής: Καραμήτρου Αντώνης
Επιβλέπων Καθηγητής: Σκουτέλης Νικόλαος
Ως συνέχεια της ερευνητικής με τίτλο «Στο κατώφλι της εγκατάλειψης: εγκώμιο του θανάτου των κτηρίων» επιλέχθηκε ως χώρο σχεδιαστικής άσκησης ο οικισμός της Αράδαινας. Ο οικισμός, εγκαταλελειμμένος τα τελευταία εβδομήντα χρόνια, συνιστά την τελευταία οικιστική μορφή, συνέχειας της αρχαϊκής πόλης Αραδήν ή Ηραδήν, η οποία καταλάμβανε ευρύτερη περιοχή σε σχέση με τη σημερινή εγκατάσταση.
Η ζωή των κατοίκων ήταν πάντα συνδεδεμένη με το φαράγγι, όμως με την κατασκευή της γέφυρας, η σχέση αυτή διαρρηχθεί, παρά το γεγονός ότι η τελευταία αποτελεί σημείο αναφοράς, τονίζοντας τη δυναμική του φυσικού υποβάθρου με την ανθρώπινη δραστηριότητα. Ο επισκέπτης αντικρύζοντας το μεγαλείο της φύσης, αισθανόμενος τον ίλιγγο από τη θέαση τον κατακόρυφων μετώπων του φαραγγιού σε συνδυασμό με τα έργα του ανθρώπου, βιώνει το δίπολο του μεταφυσικού φόβου και της διονυσιακής χαράς, κατακλυσμένος από το αίσθημα του Υψηλού.
Η γέφυρα ως πράγμα περισυλλέγει το τετραμερές (γη, ουρανό, θεότητες, θνητούς), διαθέτοντας του θέση και γεννώντας τόπο στον οποίο παραχωρείται χώρος. Η γέφυρα, αιωρούμενη, υψώνεται πάνω από το φαράγγι, δεν συνδέει απλώς τις πλευρές του φαραγγιού που προϋπάρχουν, αλλά τις αφήνει να κείνται η μία έναντι και ταυτοχρόνως υπεράνω της άλλης. Η μία πλευρά διακρίνεται από την άλλη μέσω της γέφυρας και συλλέγουν τη γη, με τις εκτάσεις του τοπίου, που απλώνονται πίσω από αυτές, πλησίον της[1]. Ο οικισμός έχοντας διάγει το κατώφλι της εγκατάλειψης, οδεύοντας προς την ολοκληρωτική του ενσωμάτωση στο γεωλογικό υπόβαθρό, εγείρει στον επισκέπτη σκέψεις περί της θνητής του φύσης, προκαλώντας του την εγρήγορση, την αυτογνωσία και την πληρότητα.
Η παρούσα διπλωματική εργασία πραγματεύεται τους δύο δημόσιους χώρους, που βρίσκονται ένθεν και ένθεν της γέφυρας, καθώς και τις ελάχιστες δυνατές επεμβάσεις στο υφιστάμενο δίκτυο μονοπατιών. Επομένως, σκοπό έχει να αναδείξει όλες αυτές τις πτυχές του τόπου και να δημιουργήσει κατώφλια επίσκεψης στα προαναφερόμενα συστήματα.
[1] Για
περισσότερα βλέπε το βιβλίο του Martin Heidegger, Κτίζειν, κατοικείν, σκέπτεσθαι, εισαγωγή -
μετάφραση Γιώργος Ξηροπαΐδης, εκδόσεις Πλέθρον, Αθήνα, 2008.
Thesis: The bridge and the settlement | Designing a pavilion for visitors and shaping public
spaces in Aradena.
Student: Karamitrou
Antonis
Supervisor: Skoutelis
Nikolaos
Following up with my paper titled "At the threshold of abandonment,
a eulogy of the death of the buildings", the settlement of Aradena was
chosen as the area to be re-designed. The settlement, already abandoned for the
past seventy years, is the last form of residential space and it is actually
what remained of the archaic city of Araden or Heraden, that used to occupy a
wider area than today's settlement. The residents' life was always connected
with the canyon. However the construction of the bridge ruptured this
relationship despite the fact that the latter is a reference point, emphasizing
the dynamics between the natural environment and the human activity. The
visitor, while embracing the magnificence of nature and having feelings of
vertigo because of the canyon cliffs combined with human creations, experiences
the dipole of abstruse fear and Dionysian joy, overwhelmed by feelings of the
kantian Sublime.
The bridge as a thing gathers to itself in its own way the fourfold
(earth, sky, divinities, mortals). Thus it allows a site for the fourfold and
brings a location to existence by providing space to it. The bridge swings over
the canyon. It does not just connect banks that are already there, rather than
the banks emerge as banks only as the bridge crosses the canyon. The bridge
designedly causes them to lie across from each other. One side is set off
against the other by the bridge, gathering the earth and the landscape, that
spreads behind the banks, near the bridge.[1]
The settlement, that has already crossed the threshold of abandonment, moving
towards its complete integration into the geological background, provokes the
visitors' thoughts about mortality, leading them to lucidity, self-awareness
and fulfillment.
With this thesis I attemp to re-design the two public spaces, that are
located behind the bridge, with minimum interference in the network of already
existing paths. It is therefore intended to highlight all of these aspects of
the site and to create thresholds for visiting the above-mentioned systems. I
therefore intend to highlight all the aspects of the site and create thresholds
for visiting the clusters mentioned above.
[1]
Για
περισσότερα βλέπε το βιβλίο του Martin Heidegger, Κτίζειν, κατοικείν, σκέπτεσθαι, εισαγωγή -
μετάφραση Γιώργος Ξηροπαΐδης, εκδόσεις Πλέθρον, Αθήνα, 2008.