Τίτλος: 5 σημεία σε έναν περίπατο: Μία αφήγηση για το μύθο της Πάτρας
Φοιτητής: Αλέξανδρος Χαρέας
Επιβλέπων καθηγητής: Δημήτρης Γιαννίσης
Πανεπιστήμιο Πατρών, Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών
Νοέμβριος 2016
Η πρόταση συνίσταται στη χάραξη ενός περιπάτου κατά μήκος του παλιού λιμανιού της Πάτρας. Στον περίπατο ενθέτονται 5 ‘σημεία’ / στάσεις: το μνημείο, η πλατεία, το αμφιθέατρο, το παρατηρητήριο και η πύλη.
Τα ‘σημεία’ αυτά – τόποι προορισμού και κοινωνικής αλληλεπίδρασης – πλάθουν μία αφήγηση του μύθου της πόλης. Μία αφήγηση ιστορίας και μνήμης, αλλά και νέων, κοινών βιωμάτων του παρόντος.
Αφετηρία αποτέλεσε η αναζήτηση του μύθου για την πόλη της Πάτρας. Ως μύθος δε νοούνται μόνο οι αφηγήσεις του παρελθόντος, αλλά και νέες αφηγήσεις του παρόντος, κοινά βιώματα, η συλλογική συνείδηση.
Η Πάτρα αναζητά το μύθο της στη θάλασσα, στο παλιό λιμάνι. Το παλιό λιμάνι αποτελεί οριακό τοπίο. “Οριακό” χωρικά, καθώς ισορροπεί μεταξύ στεριάς και θάλασσας, δομημένου και φυσικού περιβάλλοντος, αλλά και “οριακό” χρονικά, ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν. Αφηγήσεις, απεικονίσεις, ίχνη κατά μήκος του λιμανιού μαρτυρούν την πολυδιάστατη υπόστασή του στην ιστορία της πόλης. Εκεί αντικατοπτρίζονται η ιστορία και η δομή της.
Μελετώντας τη δομή του αστικού ιστού, τις κινήσεις στο εσωτερικό της πόλης, καθώς και το χαρακτήρα – τις στιγμές της καθημερινής αστικής ζωής, διακρίθηκαν 5 ζώνες. Πρόκειται για τους άξονες των οδών Τριών Ναυάρχων, Γούναρη, Γεροκωστοπούλου και Αγίου Νικολάου, καθώς και για την περιοχή των Σταφιδαποθηκών Bari και των Μύλων Αγίου Γεωργίου, στην απόληξη της οδού Άστιγγος.
Οι άξονες αυτοί συνδέουν την Άνω και την Κάτω Πόλη, γεφυρώνοντας τον υψομετρικό διχασμό της. Παράλληλα, συνδέουν σημεία συγκέντρωσης, συνάντησης κι εκτόνωσης της αστικής ζωής, τοπόσημα, ιστορικά κτήρια – φορείς μνήμης. Συγκροτούνται, έτσι, πολλαπλές εγκάρσιες αναγνώσεις του χαρακτήρα της πόλης, που, όμως, αναζητούν έναν ‘κοινό τόπο’.
Προτείνεται η χάραξη ενός περιπάτου, ο οποίος διατρέχει το παλιό λιμάνι, μεταξύ των προβλητών της Ιχθυόσκαλας και της οδού Άστιγγος. Κατά μήκος του περιπάτου ενθέτονται 5 ‘σημεία’: το μνημείο, η πλατεία, το αμφιθέατρο, το παρατηρητήριο και η πύλη. Τα σημεία αυτά συνιστούν όχι μόνο στάσεις του ίδιου του περιπάτου, αλλά και συμβολικές – αλληγορικές ‘στάσεις’ της ιστορίας και της ζωής της πόλης. Τόσο η θέση, όσο και ο χαρακτήρας των 5 αυτών σημείων σχετίζονται άμεσα με τις 5 εγκάρσιες ζώνες ανάγνωσης της πόλης.
Το μνημείο χωροθετείται στο νότιο άκρο του περιπάτου. Κατακόρυφα στοιχεία από ανεπίχριστο σκυρόδεμα – τοποθετημένα εν σειρά – κατευθύνουν το βλέμμα και την κίνηση του πεζού προς μία συστάδα 81 ίδιων τέτοιων στοιχείων, που ξεπροβάλλουν από την επιφάνεια της θάλασσας.
Ο υπολειμματικός χώρος της προβλήτας Γούναρη διχοτομείται από ένα υδάτινο κανάλι. Οι 2 πλατφόρμες που σχηματίζονται υιοθετούν αντιθετικό χαρακτήρα: αστικό η μία, φυσικό η άλλη.
Η πρώτη υιοθετεί τα χαρακτηριστικά αστικής πλατείας. Πρόκειται για έναν ανοιχτό χώρο πολλαπλών χρήσεων, απαλλαγμένο από κάθε μορφής οπτικό εμπόδιο, παρά μόνο 16 κατακόρυφων στοιχείων φωτισμού. Υιοθετείται ο χαρακτήρας ενός ελεγχόμενου δημόσιου χώρου, όπου κάθε χρήστης είναι διαρκώς ορατός από κάθε σημείο του. Εποπτεύει κι εποπτεύεται ταυτόχρονα. Η πλατεία λειτουργεί ως πυκνωτής και πυρήνας συγκέντρωσης των πολιτών, καθώς επιτρέπει τη διεξαγωγή πολλαπλών πολιτειακών δραστηριοτήτων.
Η δεύτερη πλατφόρμα διαμορφώνεται σε πάρκο – ένα πάρκο που οριοθετείται από το νερό. Αντιπροσωπεύει το χώρο πρασίνου που η πολιτεία οφείλει να παρέχει στους πολίτες ως χώρο εκτόνωσης, περιπάτου κι επαφής με τη φύση.
Στην προέκταση του άξονα της οδού Γεροκωστοπούλου προς τη θάλασσα διαμορφώνεται μία νησίδα τέχνης και συνάντησης, ένα εν πλω υπαίθριο αμφιθέατρο, ένας νέος πυρήνας φιλοξενίας και προβολής πολιτιστικών / καλλιτεχνικών δρώμενων της πόλης, μετατοπισμένος στο όριό της με τη θάλασσα.
Το αμφιθέατρο έχει ΒΔ προσανατολισμό, στρέφεται, δηλαδή, προς τη θάλασσα. Το υδάτινο στοιχείο συνδιαμορφώνει, έτσι, το χαρακτήρα του αμφιθεάτρου, λειτουργώντας ως ‘σκηνικό’ των γεγονότων του.
Στο άκρο της προβλήτας στην προέκταση της οδού Αγίου Νικολάου δέσποζε κάποτε ο εμβληματικός φάρος, σημείο αναφοράς και σύμβολο της πόλης. Στη θέση του φάρου – και σε μορφολογική συσχέτιση με αυτόν – υψώνεται το παρατηρητήριο.
Μόνο που η λειτουργία του ανώτατου άκρου της κατασκευής αντιστρέφεται. Στον φάρο, ταυτιζόταν με τη θέση της περιστρεφόμενης λυχνίας, η οποία τον καθιστούσε ορατό και αντιληπτό από μακριά. Στο παρατηρητήριο, το ίδιο άκρο γίνεται μία εξέδρα εποπτείας, όπου παρέχεται μία συνολική αντίληψη της άρρηκτης σχέσης της πόλης με τη θάλασσα.
Στο βόρειο άκρο του περιπάτου σχεδιάζεται μία νέα, συμβολική πύλη.
Την πύλη συγκροτούν 3 επάλληλες κατασκευές από σκυρόδεμα. Πρόκειται για μία σειρά από διαδοχικά περάσματα / κατώφλια, των οποίων η κλίμακα εναλλάσσεται σταδιακά από αυτή του ανθρώπου σε αυτή της πόλης. Η πύλη ενσωματώνει διττό ρόλο. Σηματοδοτεί από τη μία τη μετάβαση των οχημάτων από την ημιαστική περιοχή στο κέντρο της πόλης, και από την άλλη την είσοδο των πεζών στην παράκτια ζώνη και τον περίπατο.
5 ‘σημεία’ – 5 εντοπισμένες παρεμβάσεις σε 5 στρατηγικές θέσεις της αστικής παράκτιας ζώνης. Μία στρατηγική μεταβολής του υπαρκτού και όχι αντικατάστασής του.
Τα 5 ‘σημεία’ λειτουργούν σαν αστικοί ‘μαγνήτες’. Αποτελούν όχι μόνο στάσεις του περιπάτου – στάσεις για παρατήρηση και απόλαυση της πόλης – αλλά και αυτοαναφερόμενους τόπους προορισμού – σημεία συνάντησης, γεγονότων και κοινωνικής αλληλεπίδρασης.
Η παράκτια ζώνη αναδιοργανώνεται κι επανεντάσσεται στον αστικό ιστό. Ενώνει τα θραύσματά του και τον ορίζει εκ νέου. Η πόλη στρέφεται ξανά προς τη θάλασσα. Μέσα από τη χρήση και την επανοικειοποίησή της από τους κατοίκους, η παράκτια ζώνη συμμετέχει στη διαμόρφωση και την αφήγηση του μύθου της πόλης, που πλάθεται όταν η μνήμη εγγράφεται στη σύγχρονη ζωή και το παρελθόν διασταυρώνεται με το παρόν.