Δ041.16 Κατοικώντας το μεταβλητό τοπίο

Τίτλος: Κατοικώντας το μεταβλητό τοπίο  
Φοιτητής: Κρις Λοΐζου  
Επιβλέπων Καθηγητής: Γιάννης Αίσωπος
Πανεπιστήμιο Πατρών, Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών
Ημερομηνίας Υποστήριξης: Νοέμβριος 2016

Η παρούσα διπλωματική εισάγει την ιδέα της κατοίκησης των μεταβλητών τοπίων, η οποία δύναται να καλύψει εννοιολογικές προεκτάσεις του τουρισμού, επαναπροσδιορίζοντας την αντίληψη του πολυτελούς σύμφωνα με το ρητό «less is enough». Το αποτέλεσμα σχεδιασμού αποτελεί ενεργός συμμετέχων στη φύση του τοπίου και προσφέρει την ουσία του στο μέγιστο.
Οι ταμιευτήρες νερού που δημιουργούνται από φράγματα σε κοιλάδες αποτελούν μεταβλητά τοπία λόγω της διακύμανσης της στάθμης των υδάτων τους, η οποία επαναπροσδιορίζει περιοδικά τη σχέση των στοιχείων του. Οι συγκεκριμένες υποδομές παρέχουν οφέλη και επιπλοκές στο κοινωνικό και φυσικό περιβάλλον, αντίστοιχα ενώ ταυτόχρονα αναμορφώνουν το τοπίο και το καθιστούν άξιο εκτίμησης καθώς προκύπτει ένας απομονωμένος, διακριτός και ιδιόμορφος προορισμός. 
Η Κύπρος διαθέτει πέραν των εκατόν φραγμάτων και κατατάσσεται πρώτη στον ευρωπαϊκό χώρο όσον αφορά τον αριθμό και την χωρητικότητά τους σε σχέση με την έκτασή της. Τα φυσικο-γεωγραφικά χαρακτηριστικά του νησιού, η ιστορία του και οι πολυάριθμες τεχνητές του λίμνες, αποδεικνύουν ότι αν και υποβαθμισμένα ή ανεκμετάλλευτα, τα μεταβλητά τοπία είναι μεγάλης σημασίας. Τα εν λόγω τοπία δύναται να συμβάλουν στον επαναπροσδιορισμό πρωταρχικών ιδεών και απόψεων των επισκεπτών, προσφέροντάς τους μια ασυνήθης εμπειρία ταυτιζόμενη με εννοιολογικές ερμηνείες του τουρισμού. Ο τουρισμός ορίζεται εννοιολογικά ως μια «ιερή τελετουργική διαδικασία» που προάγει τον αναστοχασμό και αντανακλά βαθιά ριζωµένες αξίες της κοινωνίας για την ελευθερία, τη φύση και την αυτοεκπλήρωση. Πιο συγκεκριμένα, η αφετηρία αφήγησης τοποθετείται ανάμεσα στα πλέον εμπορικά αξιοθέατα στην καρδιά της πόλης της Λεμεσού, εκεί όπου βρίσκεται και η κοίτη του ποταμού Γαρύλλη. Ακολουθώντας νοητή αντίστροφη πορεία της ροής του, πραγματοποιείται χωρική και συμβολική απομάκρυνση από τις επικρατέστερες τάσεις και εκεί εντοπίζεται μια τεχνητή λίμνη, η περιοχή επέμβασης.


Η πρόταση αποτελείται από ένα σύμπλεγμα ξενώνων στη βόρεια όχθη του ποταμού εκ των οποίων το ένα του κτίριο λειτουργεί εποχιακά και το άλλο ολόχρονα, ενώ οι ακόλουθες δημόσιες εγκαταστάσεις αναπτύσσονται κατά μήκος της δυτικής όχθης προς το φράγμα στο νότο: ο κόμβος ψυχαγωγίας και εστίασης, το καταφύγιο ευεξίας, η κεντρική υποδοχή που αποτελεί απόληξη του δρόμου στέψης του φράγματος, δηλαδή της εισόδου στην περιοχή επέμβασης και τέλος, η εξέδρα παρατήρησης προς την πόλη που ενσωματώθηκε στη νότια παρειά του φράγματος. Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι η πρόταση ενσωματώνει στο πρόγραμμα της, τις εγκαταστάσεις ενός πρόχειρου υφιστάμενου κέντρου προπόνησης υδάτινων αγωνισμάτων το οποίο βρίσκεται στην ανατολική όχθη.


Στο περιβάλλον ενός ταμιευτήρα νερού όπου όλα τα στοιχεία είναι υπό ενδεχόμενη ανατροπή, απαραίτητη είναι τόσο η αναγνώριση των συνθηκών και των χαρακτηριστικών του, όσο και η διαχείριση πρωταρχικών αρχιτεκτονικών ζητημάτων. Τα συστατικά που απαρτίζουν το τοπίο φθείρονται με περισσότερη ευκολία απ’ότι σε συνήθης περιβάλλοντα ενώ η διαδικασία του, επιτρέπει την επικράτηση της φύσης έναντι του τεχνητού δημιουργώντας ένα τοπίο συμβίωσης με εμφανή τα ίχνη του χρόνου λόγω της κάλυψης και της αποκάλυψης της τοπογραφίας. Επιπλέον, η εποχιακή διακύμανση του νερού επαναδιαπραγματεύεται την κλίμακα, τις θέες, τις αναλογίες, τις αποστάσεις, τα όρια, τα μεγέθη, τα ύψη και τα βάθη.


Το σενάριο κατοίκησης και οι χωρικοί του συνδυασμοί ακολουθούν και αναδεικνύουν τα δεδομένα του τοπίου διαμορφώνοντας μια αρχιτεκτονική αναφερόμενη στον εαυτό της. Η αφαιρετική διαδικασία της φθοράς μεταφράζεται ως η αποσύνθεση χωρικών συστημάτων, από την κλίμακα του συγκροτήματος έως αυτή των δωματίων. Oι λειτουργίες δηλαδή, διασπώνται και έπειτα αναδιοργανώνονται στρατηγικά σε ένα δίκτυο κόμβων στο τοπίο. Τόσο η γεωμετρία όσο και η δυναμική διαδικασία μετάλλαξης του τοπίου κυριαρχούν έναντι της στασιμότητας των πρωταρχικών γεωμετρικών μορφών που δημιουργούνται. Η έντονη παρουσία του άγριου εδάφους, της μπετονένιας υποδομής και της μεγαλοπρεπής κλίμακάς τους, καλεί την εφαρμογή έντονων μεγεθών, μη τυπικών αναλογιών και μιας ρουστίκ αισθητικής, που έχουν ως αποτέλεσμα την ενισχυμένη μνημειακή παρουσία του τοπίου. Η εποχικότητα δεν αποτελεί μόνο ένα φαινόμενο που αλλάζει την εικόνα και την ατμόσφαιρα του τοπίου αλλά υιοθετείται ως παράμετρος σχεδιασμού που επηρεάζει λειτουργίες και χρήσεις όπως τον αριθμό των διαθέσιμων κλινών, τις προσβάσεις, την εξωτερική κυκλοφορία και τις δραστηριότητες. Η εμπειρία στο σύνολό της μεταβάλλεται προωθώντας το ενδιαφέρον με διαφορετικούς τρόπους σε κάθε εποχή. Με την αναβάθμιση και την περαιτέρω αξιοποίηση τέτοιων περιθωριοποιημένων τοπίων υποδομών δημιουργείται μια αίσθηση δραστηριότητας που ρυθμίζει εποχιακά τις εντάσεις μεταξύ του κοινού. 




Το μεταβλητό τοπίο δημιουργεί ένα πειραματικό μοντέλο τουριστικής κατοίκησης αναβαθμισμένου πρωτογονισμού βασιζόμενο στο σχεδιασμό συμβάντων που ακολουθούν την παραστατικότητα της φυσικής του διαδικασίας. Προκειμένου να κατοικηθεί το τοπίο με τέτοιο τρόπο, επανεξετάζονται θεμελιώδης πρακτικές της ξενοδοχειακής βιομηχανίας. Με την εξάλειψη περιττών αγαθών, την χωρική αναδιοργάνωση των ανέσεων και την επανεξέταση του εσωστρεφούς, του εξωστρεφούς, του ιδιωτικού, του κοινοχρήστου και του δημοσίου χώρου, εφαρμόζεται η ιδέα μιας ασκητικής και συλλογικής κατοίκησης. Εστιάζοντας στο φυσικό θέαμα και προσφέροντας τα απαραίτητα με υπερβολή και ειρωνεία αμφισβητείται η συμβατική ερμηνεία και αντίληψη της έννοιας της πολυτέλειας. Οι αρχές σχεδιασμού ενισχύουν το τοπίο ως «καταφύγιο» και ενθαρρύνουν τον επισκέπτη, που αντιλαμβάνεται τον τουρισμό ως μια «ιερή τελετουργική διαδικασία», να επανασυνδεθεί με τη φύση, τον εαυτό, να συνδεθεί με άλλους και με το «άλλο» καθώς και να αντιληφθεί τη σημασία τέτοιων τοπίων για το κοινωνικό περιβάλλον.