Δ009.15 Μεταποιητήριο, ανταλλακτήριο και υπαίθρια αγορά ως ενέργεια επανάκτησης του παραλιακού μετώπου της Πάτρας

Μεταποιητήριο, ανταλλακτήριο και υπαίθρια αγορά ως ενέργεια επανάκτησης του παραλιακού μετώπου της Πάτρας
Η διπλωματική αφορά σε έναν εργαστηριακό χώρο σχεδιασμού, παραγωγής κι επισκευής αντικειμένων που διατίθενται βάσει ανταλλακτικού εμπορίου, ο οποίος υποστηρίζεται από δευτερεύουσες χρήσεις, κυρίως εμπορίου και αναψυχής.
Φοιτητική ομάδα: Λουκάς Πρωτοπαπάς, Μαριέττα Σπύρου, Κωνσταντίνος Τσιμπούρης
Επιβλέποντες καθηγητές: Πάνος Κόκορης, Γιώργος Πατρίκιος, Κωστής Κεβεντσίδης
Πολυτεχνική σχολή Ξάνθης
Ημερομηνία παρουσίασης : Φεβρουάριος 2015
Το θέμα της παρούσας διπλωματικής αποτελεί ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός και η δημιουργία ενός κατεξοχήν δημόσιου χώρου. Περιλαμβάνει έναν εργαστηριακό χώρο σχεδιασμού, παραγωγής κι επισκευής αντικειμένων [γραφεία, εργαστήρια, συνεργεία, αποθήκη] που διατίθενται βάσει ανταλλακτικού εμπορίου. Ο χώρος υποστηρίζεται από δευτερεύουσες χρήσεις, κυρίως εμπορίου [μικρά μαγαζιά, ανταλλακτήριο, υπαίθρια αγορά], εκπαίδευσης [δημοτικές αίθουσες, ανοικτές αίθουσες διδασκαλίας, βιβλιοθήκη-αναγνωστήριο] και αναψυχής [εκθεσιακός χώρος, μαγειρείο, café].



Ολοένα και περισσότερες σύγχρονες πρακτικές θέτουν στο επίκεντρο την διαχείριση [reduse] καταναλωτικών αγαθών, την επισκευή τους [reuse/recycle], και συχνά μια περισσότερο δημιουργική μεταποίηση [upcycle] παλιών αντικειμένων. Συνήθως, η επανάχρηση αντικειμένων συνδυάζεται και με την ανταλλαγή τους. Παράλληλα, στα σημερινά κοινωνικά και οικονομικά συμφραζόμενα, παρατηρείται η συγκέντρωση και συνεργασία επαγγελματιών από διαφορετικούς χώρους, γεγονός που απαντάει στην δυσκολία έναρξης μιας μεμονωμένης επαγγελματικής δραστηριότητας, ενώ εξασφαλίζεται έτσι και η ενασχόληση περισσότερων ατόμων. Η παρούσα εργασία αποτελεί μια προσπάθεια προσέγγισης ζητημάτων αστικού σχεδιασμού, με έμφαση στην κοινωνική και πολιτική διάσταση του αστικού περιβάλλοντος.


Ως επιλεγμένος χώρος της διπλωματικής ορίζεται η Πάτρα, το λιμάνι της οποίας αποτελούσε πάντα σημαντικό εμπορικό και τουριστικό κόμβο. Η πρόσφατη μεταφορά του λιμανιού από το παραλιακό μέτωπο του κέντρου της πόλης σε νέα θέση, δημιουργεί το ζήτημα της αξιοποίησης των υφιστάμενων, κακο-συντηρημένων λιμενικών και τουριστικών εγκαταστάσεων. Ταυτόχρονα, η επιστροφή της παραπάνω έκτασης στην κυριότητα του Δήμου αποτελεί ένα ισχυρό διακύβευμα για τον σχεδιασμό της περιοχής ως νέου δημόσιου χώρου περιήγησης και αναψυχής για τους πολίτες. Μετά από πολεοδομική ανάλυση της περιοχής, επιλέγουμε να εστιάσουμε στον προβλήτα Γούναρη όπου αναγνωρίζουμε το εγκαταλελειμένο Κτίριο Υπηρεσιών Λιμένα του αρχιτέκτονα Α. Συριόπουλου, αποτέλεσμα αρχιτεκτονικού διαγωνισμού της δεκαετίας του '70, ως κτιριακό δυναμικό προς αξιοποίηση. Επιδίωξη μας λοιπόν αποτέλεσε η αξιοποίηση του υπάρχοντος κτιριακού κελύφους και η επανα-νοηματοδότησή του ως πυρήνα παραγωγικής δραστηριότητας με χαρακτηριστικά βιοτεχνίας και μεταποίησης.



Με επίκεντρο την επανένταξη του προβλήτα στον αστικό ιστό ως δημόσιας περιοχής εκτόνωσης και αναψυχής, αντιμετωπίσαμε το κτίριο ως φίλτρο δημόσιας, διαμπερούς κίνησης, γεγονός που συντελεί στην αποκατάσταση της προσβασιμότητας στο παραλιακό μέτωπο αλλά και της θέας προς τη θάλασσα και τον ανοικτό ορίζοντα. Η διαχείριση του επιπέδου του προβλήτα γίνεται με τρόπο ώστε να δημιουργείται ένας παράκτιος, χαλαρός άξονας κίνησης, να εσωκλείεται μια πλατεία κεντροβαρικά του προβλήτα, και τέλος να ανοίγονται διαμπερή περάσματα που εξυπηρετούν το κτιριολογικό πρόγραμμα και καταλήγουν στο κομμάτι της υπαίθριας αγοράς. Ακόμη, επειχειρείται η δημιουργία μιας αλληλοσυμπληρούμενης σχέσης μεταξύ της προσθήκης και του Κτιρίου Υπηρεσιών Λιμένα, με στόχο την διαφύλαξη της αρχιτεκτονικής ταυτότητας του τελευταίου. Η μεταλλική προσθήκη είναι αυτοφερόμενη και γεφυρώνεται με το υφιστάμενο κτίριο μέσω ημιυπαίθριων ραμπών που εκτρέπουν ομαλά την κινησιολογία του κτιρίου χωρίς αντιθέτως να έρχονται επιθετικά σε επαφή μαζί του. Τέλος, στο ελεύθερο άκρο του προβλήτα τοποθετείται η υπαίθρια αγορά η οποία οργανώνεται βάσει ημιμόνιμων, αναδιπλούμενων, ελαφρών κατασκευών που "τρέχουν" σε οδηγούς στο έδαφος που λειτουργούν ως αρμοί του υλικού του δαπέδου.


Καταληκτικά, η διπλωματική αυτή πρεσβεύει τη λογική της επανάχρησης ως βασικού παράγοντα οργάνωσης του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού με στόχο την επανάκτηση υπολειπόμενων δημόσιων, αστικών περιοχών ενώ προτείνει τη εφαρμογή βιοτεχνικών μεθόδων και πρακτικών που εμπλέκουν τον δευτερογενή και τριτογενή παράγοντα ως σύγχρονη επαγγελματική πρακτική.