Πληροφοριακά Κοινά Πάτρας
Κτίριο βιβλιοθήκης και
εκπαιδευτικό κέντρο.
Φοιτητής: Κωνσταντίνος Μπαλιώτης
Επιβλέπουσα καθηγήτρια: Κατερίνα
Λίαπη
Πανεπιστήμιο Πατρών, Τμήμα
Αρχιτεκτόνων Μηχανικών
Ημερομηνία παρουσίασης: 4
Οκτωβρίου 2013
Αντικείμενο της διπλωματικής
εργασίας αποτελεί ο σχεδιασμός κτιρίου πληροφοριακών κοινών στην περιοχή της
Αγίας Σοφίας στην Πάτρα. Κριτήρια επιλογής του θέματος αποτέλεσε η ανάγκη για
ένα σύγχρονο κτίριο βιβλιοθήκης που θα αντικαταστήσει το ανεπαρκές υπάρχων
κτίριο και η επιθυμία για την δημιουργία ενός χώρου που θα προσελκύσει νεαρά
άτομα με σύγχρονες συνήθειες όσον αφορά την ανεύρεση πληροφοριών.
Αντικείμενο της διπλωματικής
εργασίας αποτελεί ο σχεδιασμός κτιρίου πληροφοριακών κοινών στην περιοχή της
Αγίας Σοφίας στην Πάτρα. Κριτήρια επιλογής του θέματος αποτέλεσε η ανάγκη για
ένα σύγχρονο κτίριο βιβλιοθήκης που θα αντικαταστήσει το ανεπαρκές υπάρχων
κτίριο και η επιθυμία για την δημιουργία ενός χώρου που θα προσελκύσει νεαρά
άτομα με σύγχρονες συνήθειες όσον αφορά την ανεύρεση πληροφοριών. Τα
πληροφοριακά κοινά αποτελούν εξέλιξη της βιβλιοθήκης καθώς περιλαμβάνουν όλα τα
πληροφοριακά μέσα και καθώς σηματοδοτούν την μετατόπιση σε ένα χώρο εκπαίδευσης
αλλά και παραγωγής γνώσης.
Μετά την μετάβαση στην ψηφιακή
εποχή οι βιβλιοθήκες αναγκάζονται να αναθεωρήσουν το μοντέλο λειτουργίας τους
και να προσαρμοστούν στην νέα πραγματικότητα. Ο μέσος άνθρωπος σήμερα έχει
πρόσβαση σε πληθώρα νέων τεχνολογιών που του παρέχουν πληροφορίες, κυρίως μέσω
του διαδικτύου. Κύριο χαρακτηριστικό των πηγών αυτών όπως τα μπλογκ, σελίδες με
βίντεο και φωτογραφίες κλπ, είναι πως αποτελούν συλλογές από δεδομένα σε
ψηφιακή μορφή, δηλαδή βάσεις δεδομένων, και η πρόσβαση σε αυτές συνήθως γίνεται
μέσω κάποιου περιβάλλοντος εργασίας, δηλαδή ενός interface.
Η διαδεδομένη χρήση των interface-database είναι λογικό να έχει
επιδράσεις στην κουλτούρα καθώς δομεί την αντίληψη μας για τον κόσμο. Έτσι πέρα
από την λειτουργική άποψη έχει αναπτυχθεί παράλληλα και μια ποιητική και
αισθητική της βάσης δεδομένων. Όπως το βιβλίο και το σινεμά ανήγαγαν την
αφήγηση ως την χαρακτηριστική μορφή πολιτισμικής έκφρασης της μοντέρνας εποχής,
έτσι και στην ψηφιακή εποχή εισάγεται η βάση δεδομένων ως το αντίστοιχο της.
Δεδομένου αυτού μπορεί να τεθεί
πλέον το ερώτημα εάν υπάρχουν συμμετρικές δομές και στην αρχιτεκτονική. Τι
μπορεί να αντιστοιχεί στο interface και τι στην βάση δεδομένων;
Σημαντική μπορεί να θεωρηθεί εδώ
η αντίστιξη μεταξύ του
"πλαισίου" και του "γενικού χώρου". Ως πλαίσιο μπορούν να
θεωρηθούν οι συνδυασμοί από ένα η περισσότερα από πέντε επίπεδα στα οποία
διαιρείται το κτίριο, και τα οποία είναι ο σκελετός, οι χώροι πρόσβασης, η
επιδερμίδα, οι χώροι υπηρεσιών (η\μ συστήματα, υγροί χώροι κλπ) και τα
σκηνικά(μεταβλητά στοιχεία). Ως γενικός χώρος θεωρείται ο μεταβλητός αρνητικός
χώρος που ορίζεται από το πλαίσιο και τον οποίο χρησιμοποιούν οι χρήστες του
κτιρίου.
Μπορούμε να διακρίνουμε πλέον μια
συμμετρία με τα δυο στοιχεία της πολιτισμικής μορφής της βάσης δεδομένων: το
"πλαίσιο" προσομοιάζει με το interface και ο "γενικός
χώρος" με την βάση δεδομένων. Το κτίριο αποτελεί μια συλλογή από δωμάτια
δηλαδή μια βάση δεδομένων και χώροι όπως διάδρομοι, σκάλες, εξαερισμοί
αποτελούν το interface μέσω του οποίου ο χρήστης δημιουργεί την καθημερινή
εμπειρία του χώρου. Από τα επίπεδα που συνιστούν το πλαίσιο, αυτό της πρόσβασης
είναι ίσως και το πιο ενδιαφέρων και το πιο κατάλληλο για αυτήν την μεταφορά.
Τα περισσότερα κτίρια επιτρέπουν
στον χρήστη να επιτελεί την υποκειμενική του εμπειρία αντλώντας από την
ατμόσφαιρα και τις επιρροές του διαθέσιμων χώρων καθώς το "πλαίσιο"
τους παραμένει σχετικά ανεξάρτητο από το περιεχόμενο ή την λειτουργία των
χώρων. Παρόλα αυτά για να είναι σωστή η σύγκριση αυτή θα πρέπει να δοθεί
ιδιαίτερη έμφαση στο interface. Αυτό θα σήμαινε πως οι χώροι μετακίνησης και
πρόσβασης θα αποκτούσαν μεγαλύτερη σημασία καθότι είναι αυτοί οι οποίοι διευκολύνουν την
σχηματοποίηση της εμπειρίας του χρήστη. Ο τρόπος για να αποκτήσουν βαρύτητα
είναι να αναλάβουν ένα επιπλέον έργο. Αυτό μπορεί να πάρει την μορφή ενός δρόμου,
ενός μπαλκονιού, ενός κήπου η ακόμα και μίας πλατείας.
Στην
πρόταση μας μία από τις κύριες σχεδιαστικές αρχές είναι η ενοποίηση των
διαδρόμων, κλιμακοστασίων και ανελκυστήρων σε μια ενοποιημένη ζώνη η οποία
λειτουργεί πλέον σαν ένα interface για το κτίριο της βιβλιοθήκης. Στο κέντρο
της ζώνης διαμορφώνεται μια εσωτερική πλατεία η οποία αναλαμβάνει να προσδώσει
πολλαπλές χρήσεις στον χώρο και περιλαμβάνει χώρους συναντήσεων και καθιστικά.
Πέρα από την μετακίνηση των ανθρώπων μπορεί να υποστηρίξει διάφορα events και
δραστηριότητες όπως μικρές εκθέσεις, προβολές ταινιών κτλ. Η ζώνη αυτή
στρέφεται κάθετα καθ ύψος του κτιρίου πολλαπλασιάζοντας τα επίπεδα εντός
δημιουργώντας μια πύκνωση των κινήσεων και των οπτικών συνδέσεων. Κάθετα και
διαμέσου της εσωτερικής πλατείας διέρχεται μια υπερυψωμένη διάβαση η οποία
επιτρέπει στους ανθρώπους από το εξωτερικό του κτιρίου να βλέπουν στο εσωτερικό
του χώρου. Τέλος στην οροφή και πλάγια επιφάνεια της ζώνης δημιουργούνται
ανοίγματα που επιτρέπουν τον καλύτερο φωτισμό του χώρου άλλα και την οπτική
διασύνδεση με την πλατεία ακριβώς από επάνω. Το κτίριο αποτελείται από δύο
άτυπες ενότητες: τους χώρους που εξυπηρετούν το εκπαιδευτικό πρόγραμμα και τους
χώρους που ανήκουν στην βιβλιοθήκη. Η σχετική αυτονομία καθεμιάς τονίζεται με
την ευθυγράμμιση τους υπό μικρής γωνίας.