Τίτλος Διπλωματικής Εργασίας: Αρχιτεκτονικής Λόφος | Η εγκατάσταση της Σχολής Αρχιτεκτόνων στον λόφο Καστέλι, Χανιά
Φοιτητής: Στράτος Καλατζιδάκης
Επιβλέπων Καθηγητής: Νίκος ΣκουτέληςΕπιβλέποντες καθηγητές: Λεφάκη Στυλιανή, Σακαντάμης Κωνσταντίνος
Πανεπιστήμιο: Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Πολυτεχνείο Κρήτης
Πανεπιστήμιο:
Ημερομηνία: Απρίλιος 2019
Στην
διπλωματική αυτή εργασία επιχειρείται η ανάκτηση ενός μεγάλου ανενεργού τμήματος
της παλιάς πόλης των Χανίων, στο βόρειο άκρο του λόφου Καστέλι. Βασικό εργαλείο
αποτελεί ο σχεδιασμός υπό το πρίσμα του χρόνου και των κλίσεων του τόπου. Προτείνεται η σταδιακή εγκατάσταση της
σχολής Αρχιτεκτόνων στον πυρήνα της πόλης ως μια συνθήκη αναγκαία για την
επανέναρξη του διαλόγου που θα αφορά στον δημόσιο χώρο του ιστορικού κέντρου.
Η ερευνητική ιδέα της πρότασης είναι μια επεξεργασία του παλίμψηστου επάνω στον
λόφο, μέσα από διεργασίες, που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν σε τρεις διακριτές
φάσεις δράσεων, με βασικό στόχο να αναδείξουν έναν τρόπο επέμβασης στους
διαφορετικούς συντελεστές του ιστορικού τοπίου της πόλης.
α.1 | Επανάχρηση ιστορικών
κτιρίων - Προστασία αρχαιολογικών ανασκαφών
α.2 | Αποκατάσταση - Συμπλήρωση υφιστάμενων μνημείων
α.3 | Ένταξη νέου κτιρίου
στον ιστορικό ιστό
Πρόκειται
για μια αποσπασματική ως προς τα επιμέρους τμήματα αφήγηση, η οποία προσπαθεί
να ενσωματώσει παρελθόν και παρόν σε μια προσεχή μεταμόρφωση ικανή να
ενεργοποιεί την μνήμη. Η ιστορική πόλη και η Αρχιτεκτονική σχολή των Χανίων θα
αποτελούν ένα δίπολο αναφοράς επί του οποίου διαμορφώνεται μία επικαιροποιημένη
ταυτότητα του λόφου.
Ο λόφος Καστέλι σήμερα
Τα
τελευταία χρόνια αισθητή είναι η απώλεια του δημοσίου χώρου
επάνω
στον λόφο. Οι απρόσιτοι δρόμοι εξαιτίας των αυτοκινήτων, τα εγκαταλελειμμένα
κτίρια, οι απροσπέλαστοι αρχαιολογικοί χώροι,
η κατάληψη Rosa Nera, η περιφραγμένη πλατεία της Μεραρχίας αποτελούν
μόνο ένα μέρος του προβλήματος.
Η
μετατροπή κτιρίων ώστε να στεγαστούν μικρά ξενοδοχεία και κατοικίες διακοπών
έχει ουσιαστικά μεταλλάξει τον οικιστικό χαρακτήρα του ιστορικού κέντρου μέσα
σε ένα γενικότερο κλίμα «τουριστικής αξιοποίησης» δίχως να υπάρχει μέτρο. Σε
αυτό ήρθε να προστεθεί περίπου δύο χρόνια πριν και η απόφαση παραχώρησης (για
τον ίδιο σκοπό) των ιστορικών κτιρίων του Πολυτεχνείου Κρήτης, πυροδοτώντας
μεγάλο κύκλο συζητήσεων γύρω από τον λόφο.
Περιγραφή των
διεργασιών
α1.1 | Επανάχρηση
Η
εργασία αυτή διαχειρίζεται το κτίριο της 5ης Μεραρχίας ως μια Αρχιτεκτονική
Σχολή σε διαρκή αλληλεπίδραση με την πόλη. Αρχικά, αποκαθίστανται οι φθορές του
κτιρίου ενώ στο αίθριο σχεδιάζεται νέος αναρτώμενος διάδρομος κίνησης.
Ενοποιούνται ανά δύο οι αίθουσες βόρεια και νότια, δημιουργώντας
σχεδιαστήρια των 200 και 150 τ.μ. αντίστοιχα, δύο σε κάθε όροφο. Το παρακείμενο
Κέντρο Αρχιτεκτονικής (Κ.Α.Μ.) θα ευνοεί και θα υποστηρίζει το διδακτικό έργο
με σεμινάρια, εκθέσεις και παρουσιάσεις. Το κτίριο των παλαιών Φυλακών
επαναχρησιμοποιείται ως κτίριο γραφείων των καθηγητών της σχολής. Ενώ στο
κτίριο των παλαιών Στρατώνων εγκαθίσταται η Εφορεία Αρχαιοτήτων Χανίων
αναζητώντας τα τελευταία χρόνια έναν χώρο σε εγγύτητα με το ιστορικό και
αρχαιολογικό υπόβαθρο του λόφου.
α1.2 | Προστασία
Προβλέπεται
έπειτα η επανέναρξη των αρχαιολογικών ανασκαφών σε όλο τον κεντρικό άξονα της πόλης
ακόμα και στο εσωτερικό του κτιρίου της 5ης Μεραρχίας. Σχεδιάζεται έτσι νέος
αρχαιολογικός περίπατος με αφετηρία την πλατεία Αγ. Αικατερίνης. Δημιουργείται
μια ελαφριά πλατφόρμα - στέγαση που προστατεύει και καλύπτει τα ήδη καταχωμένα
ευρήματα της ανασκαφής αλλά ταυτόχρονα αποτελεί και μια βάση η οποία αποδίδεται
στην πόλη ως ένας νέος δημόσιος χώρος. Τμήματα με πατημένο χώμα υποδηλώνουν την
χάραξη του καθεδρικού ναού που παλαιότερα δέσποζε στο κέντρο του λόφου. Η
κατάβαση στον αρχαιολογικό χώρο γίνεται εκατέρωθεν με ράμπα ή σκάλα μέσα από το
μικρό περίπτερο εισόδου που εντάσσεται στον αστικό ιστό. Σε δεύτερη φάση, η
στέγαση προστασίας θα έχει διαμορφωθεί καθ΄ύψος ως αίθουσα διαλέξεων (150 τ.μ.).
Στην
συνέχεια, η πορεία θα περνά μέσα από το υπόγειο της Μεραρχίας και από εκεί στην
βόρεια πλατεία. Στο τελείωμα του περιπάτου, στο ανώτερο υψομετρικά σημείο,
προτείνεται ξύλινο στέγαστρο της ανασκαφής των τειχών με υποδομές φιλοξενίας
για τον επισκέπτη.
α2 | Αποκατάσταση - Συμπλήρωση
Στην
συνέχεια, με συνεργασία της Αρχιτεκτονικής Σχολής και της Εφορείας Αρχαιοτήτων
αποκαθίστανται υφιστάμενα κελύφη με σκοπό την χρήση τους ως εργαστήρια.
Τέτοιο
παράδειγμα αποτελεί το εργαστήριο Κατασκευών (102 τ.μ.) που εντάσσεται σε κτίριο-ερείπιο επί της οδού
Καντανολέων. Μόνο οι εξωτερικοί τοίχοι του έχουν απομείνει σαν σταθερό σκηνικό
ενώ στο εσωτερικό του προσαρμόζεται νέος κτιριακός όγκος σε αποστασιοποίηση.
Αντίθετα,
τμήμα της επέμβασης στην ενετική μονή αποτελεί το εργαστήριο Ψηφιακών Μέσων (98
τ.μ.) που αναπτύσσεται ανατολικά επί του τείχους . Εκλαμβάνεται ως μερικά υπόσκαφο και αποτελεί την φυσική
συνέχεια της μετάβασης από την λίθινη σκάλα ορίζοντας την τριγωνική πλατεία
Αγίου Τίτου. Η ανατολική του όψη προς το λιμάνι θα ολοκληρώνει την εικόνα του
τείχους χωρίς να το υπερβαίνει σε ύψος. Η νότια πλευρά του τονίζει σε κάτοψη
τις εξωτερικές διαστάσεις της Παναγίας των Θαυμάτων. Το καθολικό της μονής
ολοκληρώνεται από τοιχοποιία που αναπαράγει την γεωμετρία της υφιστάμενης καθώς και από νέα διπλή
στέγαση. Θα λειτουργεί ως μικρό αμφιθέατρο για διαλέξεις και συναντήσεις, ως
χώρος ημιυπαίθριος. Από το υπερυψωμένο πλέον ιερό θα μπορεί κανείς να έχει
οπτική προς στην χαμηλή πλατεία Κατεχάκη μέχρι και την άλλη άκρη του λιμανιού
ως το Νεώριο Μώρο.
α3 | Ένταξη
Καταλήγοντας,
επαναπροσδιορίζεται ολόκληρη η κίνηση στον λόφο αποκαλύπτοντας ένα παλαιότερο
πέρασμα και στοά στην συνέχεια του μοναστηριού. Κατά μήκος αυτού εντάσσεται νέο
βοηθητικό κτίριο (380 τ.μ.) που θα καταλαμβάνει εν μέρει αδόμητο χώρο. Θα
προσαρμόζεται στο εσωτερικό ενός οικοδομικού τετραγώνου όπου συνυπάρχουν κτίρια
από διαφορετικές περιόδους λαμβάνοντας από αυτά αφετηρίες χαράξεων και μεγεθών.
Το νέο αυτό κτίριο θα είναι τοποθετημένο έτσι ώστε να συνδέει όλες τις δομές
γύρω του και να ορίζει νέους εξωτερικούς χώρους. Στο εσωτερικό του θα φιλοξενηθεί η γραμματεία
ενώ στον όροφο η βιβλιοθήκη της σχολής. Τα δύο άκρα-όψεις διαμορφώνονται με
εσοχές, ως πρόθεση το κτίριο να γίνει αντιληπτό σαν μια παύση του αστικού
μετώπου και η είσοδος σε αυτό ως προέκταση του δρόμου. Οι βοηθητικές
λειτουργίες και ο ανελκυστήρας τοποθετούνται στην περίμετρο αφήνοντας το πλάτος
του κτιρίου ελεύθερο πέρασμα προς το κέντρο του λόφου. Από το επίπεδο της
εισόδου μέχρι τον κεντρικό-διπλού ύψους χώρο, αναπτύσσεται μια σκάλα και στη
συνέχεια μια υπερυψωμένη εξωτερική ράμπα που θα διευκολύνει τους φοιτητές στην
είσοδο τους στα σχεδιαστήρια της Μεραρχίας.
Έτσι, με αυτήν την επέμβαση αυτή ολοκληρώνεται
η κατακόρυφη επικοινωνία μεταξύ των επιπέδων αλλά και ευθυγραμμίζεται η
οριζόντια κίνηση.
Ως χώρος διέλευσης και
συνάντησης θα αποτελεί ένα κτίριο-σημείο αναφοράς της Αρχιτεκτονικής και μέρος
μιας νέας ταυτότητας του τόπου.
Η
επαναφορά της Αρχιτεκτονικής Εκεί όπου ανήκει, στην πόλη, όχι στις ερημιές.