Τίτλος: Διεκδικώντας την πολιτιστική κληρονομιά του Μουντζούρη: Παρέμβαση σε τμήμα της Σιδηροδρομικής Γραμμής Βόλου- Μηλέων
Φοιτήτρια: Μαρίνα – Αλίκη Δέφνερ
Επιβλέποντες: Κωνσταντίνος Σερράος, Σταυρούλα (Ρίβα) Λάββα
Σχολή: Ε.Μ.Π.
Τα
τελευταία χρόνια παρατηρείται μία τάση αναβίωσης ανενεργών σιδηροδρομικών
γραμμών, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη μίας μορφής τουρισμού ειδικού σκοπού,
γνωστή ως «σιδηροδρομικός τουρισμός». Δημιουργούνται έτσι προοπτικές όχι μόνο
για οικονομική και τουριστική ανάπτυξη, αλλά και για το σχεδιασμό περιοχών σε
εγγύτητα με τη σιδηροδρομικήγραμμή. Στόχος ενός τέτοιου σχεδιασμού είναι η
διεκδίκηση της πολιτιστικής κληρονομιάς του σιδηρόδρομου, η επανασύνδεση με την
τοπική κοινότητα αλλά και η ενίσχυση της εμπειρίας του επισκέπτη.
Το
τρενάκι του Πηλίου
Το
τρενάκι του Πηλίου, ως ένας εδραιωμένος τουριστικός σιδηρόδρομος στον ελλαδικό
χώρο, διαθέτει το κατάλληλο υπόβαθρο για μία τέτοια αξιοποίηση και μπορεί να
αποτελέσει παράδειγμα για τον χειρισμό ανάλογων περιπτώσεων. Ο σιδηρόδρομος το
διάστημα μεταξύ 1903-1971 συνέδεε την πόλη του Βόλου με τα χωριά του Δυτικού
Πηλίου. Διευκόλυνε την εξαγωγή των προϊόντων τους, ωφέλησε σημαντικά την
οικονομία τους και συνέβαλε άμεσα στην εξέλιξή τους σε σημαντικούς οικισμούς. Πλέον
θεωρείται παρακαταθήκη βιομηχανικής κληρονομιάς στην Ελλάδα, καθώς είναι ένας
από τους στενότερους σιδηρόδρομους στον κόσμο (εύρουςμόνο 60εκ.) και διαθέτει
τεχνικά έργα μεγάλης πολιτισμικής αξίας.Το 1971 η λειτουργία του τερματίστηκε,
μία απόφαση που αντιμετωπίστηκε με αντιδράσεις. Γι’ αυτό το λόγο, ξεκίνησαν
αμέσως αγώνες για την επαναλειτουργία του ως σιδηρόδρομος κληρονομιάς. Ο στόχος
αυτός επετεύχθη 25 χρόνια αργότερα, αλλά μόνο κατά το ήμισυ. Από το 1996 το
τρένο λειτουργεί ως τουριστικός σιδηρόδρομος τη θερινή περίοδο στο τμήμα Άνω
Λεχώνια – Μηλιές, προσελκύοντας φανατικούς του σιδηρόδρομου αλλά και γενικούς
επισκέπτες.
Στην
ευρύτερη περιοχή του σιδηρόδρομου Πηλίου εντοπίζεται μεγάλος αριθμός των
στοιχείων πολιτιστικού ενδιαφέροντος, ο οποίος σε συνδυασμό με τους
παραδοσιακούς οικισμούς του Πηλίου, τις πολλαπλές δυνατότητες αναψυχής και το
φυσικό κάλλος της περιοχήςδημιουργούν ένα ιδιαίτερα ελκυστικό δίκτυο, τόσο για
τους Έλληνες όσο και για τους ξένους επισκέπτες
Το masterplan
Παρόλα
αυτά, το τμήμα της γραμμής μεταξύ Βόλου – Άνω Λεχωνίων παραμένει ακόμη χωρίς
χρήση. Για να αντιμετωπιστεί αυτή η αστική ασυνέχεια προτείνεται σε ένα γενικό masterplan η επανάχρηση του σιδηρόδρομου σχεδόν σε όλη την έκταση της διαδρομής,
με προϋπόθεση την ολοκλήρωση της περιφερειακής οδού μέχρι τα Κάτω Λεχώνια έτσι
ώστε να καταστούν δυνατές οι απαραίτητες εργασίες αποκατάστασης του ανενεργού
τμήματος. Η επαναλειτουργία του τρένου από την προϋπάρχουσα στάση Βλαχάβα στο
Βόλο μέχρι τις Μηλιές, συνδυασμένη με τοπικές παρεμβάσεις κατά μήκος της
γραμμής, οι οποίες υπογραμμίζουν τα πιο σημαντικά της σημεία,θα δημιουργούσε
ένα εκτενές δίκτυο που θα συνένωνε όλα τα στοιχεία ενδιαφέροντος σε μία σφιχτή
δομή, βοηθώντας τους επισκέπτες και τους ντόπιους να ανακαλύψουν με μεγαλύτερη
ευκολία την περιοχή
Στρατηγική
χωρικής ανάπτυξης στο τμήμα Αγριά – Άνω Λεχώνια
Ένα
ειδικό ενδιαφέρον εντοπίζεται στην περιοχή μεταξύ Αγριάς και Άνω Λεχωνίων, όπου
εφαρμόζεται μία λεπτομερέστερη στρατηγική χωρικής ανάπτυξης. Εκείνη περιλαμβάνει
το σχεδιασμό δικτύου πολιτιστικών και φυσιολατρικών διαδρομών, με ταυτόχρονη
ανάδειξη των σημαντικότερων τοποσήμων. Σε τρία σημείαόπου οι σιδηροδρομικές
γραμμές παρεκκλίνουν από το οδικό δίκτυο δημιουργούνται χώροι που προσφέρονται
για ένα σχεδιασμό μέσω του οποίου τονίζεται ο ιδιαίτερος χαρακτήρας της κάθε
περιοχής. Ο σιδηροδρομικός σταθμός Αγριάς αντιπροσωπεύει «την πόλη»,
εντάσσοντας χρήσεις πολιτισμού και υπηρεσιών. Η περιοχή Βροχιά («οι κήποι»)
εστιάζει περισσότερο στις παραγωγικές διαδικασίες και ο ελαιώνας («η φύση») στο
περιβάλλον.
Παρέμβαση
στο σιδηροδρομικό σταθμό Αγριάς
Τέλος, η
μεγαλύτερη παρέμβαση εντοπίζεται στο οικόπεδο του σιδηροδρομικού σταθμού
Αγριάς. Το αχανές και αναξιοποίητο οικόπεδο μετατρέπεται σε ένα αστικό πάρκο,
μέσα στο οποίο τοποθετείται ένα κτηριακό συγκρότημα με χρήσεις πολιτισμού και
επιχειρηματικότητας. Αρχικά, οι δευτερεύουσες οδοί οι οποίες περιβάλλουν το
οικόπεδο μετατρέπονται σε πεζοδρόμους και επεκτείνονται ως μονοπάτια στο χώρο
ενώ η περιοχή πάνω από τις σιδηροδρομικές γραμμές διαμορφώνεται ως πάρκο,
διατηρώντας όσο το δυνατόν περισσότερη από την υπάρχουσα φύτευση. Ταυτόχρονα,
το νότιο τμήμα του οικοπέδου σχεδιάζεται λεπτομερώς, συμπληρώνοντας το μέτωπο
της πόλης.
Οι
κύριοι κτηριακοί όγκοι αναπτύσσονται σε κάθετη σχέση μεταξύ τους με το
μεγαλύτερο όγκο να συγκεντρώνει τις χρήσεις πολιτισμού ενώ ο μικρότερος
αποτελεί την επονομαζόμενη ενότητα «επιχειρηματικότητας» όπου εντοπίζονται χώροι
εργασίας με στόχο την προώθηση του σιδηρόδρομου και του προτεινόμενου
πολιτιστικού δικτύου. Το συγκρότημα συμπληρώνει ο χώρος του μηχανοστασίου, ο
οποίος εντοπίζεται πλησίον του σιδηροδρομικού σταθμού. Όλα τα οικοδομήματα
συνδέονται μεταξύ τους μέσω μίας υπερυψωμένης πεζογέφυρας, η οποία καταλήγει σε
ένα παρατηρητήριο στο παραλιακό μέτωπο της Αγριάς.
Συμπεράσματα
Ο κύριος
στόχος αυτής της δουλειάς ήταν να τονίσει πως ανενεργές σιδηροδρομικές θα
μπορούσαν να ενσωματωθούν στην πολιτιστική ζωή μίας περιοχής, με το σιδηρόδρομο
Πηλίου να αποτελεί μελέτη περίπτωσης. Προφανώς αυτό είναι απλά ένα παράδειγμα
χειρισμού μίας συγκεκριμένης περίπτωσης, αλλά θα μπορούσε να παρέχει
κατευθυντήριες γραμμές για τη διαχείριση παρόμοιου αξιόλογου δυναμικού στην
Ελλάδα.