Δ018.20 | eΞodus: αποδομώντας τον θάνατο


Διπλωματική εργασία: eΞodusαποδομώντας τον θάνατο
Επιμέλεια: Ροζανή Γεωργία
Επιβλέπων Καθηγητής: Τζομπανάκης Αλέξιος
Σχολή: Αρχιτεκτόνων ΜηχανικώνΠολυτεχνείο Κρήτης, 2020




Η παρούσα διπλωματική εργασία διερευνά τις διάφορες αντιλήψεις και προσεγγίσεις για τον θάνατο, σε μία προσπάθεια αποδόμησής του. Δεν υπάρχει τίποτα το παγιωμένο και βέβαιο κατά τη διάρκεια της ζωής μας, παρά το αναπόφευκτο γεγονός του θανάτου. Η άρνηση του θανάτου είναι αυτομάτως και η άρνηση για ζωή.

Αφετηρία για την παρούσα διπλωματική εργασία αποτέλεσε το πλέον εγκαταλελειμμένο κτίριο των Πρώην Δικαστικών Φυλακών στην οδό Γιαμπουδάκη στα Χανιά, ως ένας κενός και ανοίκειος χώροςΠρόκειται για μία ισόγεια λιθόκτιστη οικοδομή 1650 τετραγωνικών μέτρων τετραγωνικής κάτοψης, κατασκευής του 1932. Αποτελεί, ίσως μαζί με τη φυλακή των Τρικάλων, την πρώτη δικαστική φυλακή της Ελλάδος, ενώ λειτούργησε για πρώτη φορά το 1935. Στην αρχή λειτούργησε ως φυλακή πολιτικών αντιφρονούντων, ενώ στη συνέχεια κρατούταν  βαρυποινίτες του κοινού ποινικού δικαίου.

Κατά την περίοδο του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, οι πολιτικοί κρατούμενοι παραδόθηκαν από την τότε κυβέρνηση στους Γερμανούς. Στις φυλακές τα τελευταία έτη λειτουργίας τους, στεγάζονταν και γυναίκες. Αποτελούσαν χώρο κράτησης και βασανιστηρίων των πολιτικών κρατουμένων, κατά την γερμανική ναζιστική κατοχή, αλλά και κατά την περίοδο της Επταετίας που ακολούθησε.

Από το 2013 έως και σήμερα, εξαιτίας της στενότητας των χώρων, οι εγκαταστάσεις των φυλακών έχουν μεταφερθεί στην Αγυιά και το παλαιό κτίριο παραμένει κλειστό.




Αναλύοντας την ευρύτερη περιοχή του Αγίου Ιωάννη ή Δικαστηρίων, όπως ονομάζεται, τα σημαντικότερα κτιριακά και μη τοπόσημα είναι:

  • Το Δικαστικό και Διοικητικό Μέγαρο, που φημολογείται πως επικοινωνεί υπογείως με το κτίριο των Φυλακών
  • Ο Ιερός Ναός των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου
  • Το νοτιοανατολικό τμήμα της μινωικής Νεκρόπολης της αρχαίας Κυδωνίας
  • Και το υπό εξαφάνιση πευκόδασος

Λαμβάνοντας υπ’ όψιν την έντονη θρησκευτική δραστηριότητα της περιοχής και την Νεκρόπολη της αρχαίας Κυδωνίας, η νέα χρήση που προτείνεται είναι αυτή ενός Κέντρου Αποτέφρωσης ΝεκρώνΤο κτίριο του Αποτεφρωτηρίου αποτελεί ένα καταφύγιο για τους συγγενείς των εκλιπόντων, μία «περιτειχισμένη πόλη» των νεκρών. Μία παύση στον χαώδη, πολλές φορές, αστικό ιστό, η οποία παραδόξως καλείται να γίνει μέρος της πόλης, καθώς βρίσκεται σε άμεση εγγύτητα με τις κατοικίες της περιοχής.




Έχοντας επιλέξει τη νέα χρήση του κτίσματος, στη συνέχεια, μελετάται το σύνολο της πόλης των Χανίων και του ιστορικού της παλίμψηστου. Σε μία προσπάθεια να υποστηριχθεί η ανάγκη μίας τέτοιας χρήσης για το σύνολο της πόλης, αναζητώνται οι διάφορες θρησκείες, οι χώροι λατρείας αλλά και τα κτιριακά κατάλοιπα προγενέστερων χώρων λατρείας και φυσικά τα κοιμητήρια.

Σήμερα, οι ορθόδοξοι και οι καθολικοί χριστιανοί πιστοί αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της πόλης, με τους χώρους λατρείας τους να αποτελούν τα 2/3 του συνόλου της πόλης. Άλλες θρησκείες που διαθέτουν χώρους λατρείας είναι: οι μουσουλμάνοι με δύο χώρους κοντά στα ΚΤΕΛ, οι ιουδαϊστές με την παλαιά συναγωγή, οι ευαγγελιστές, οι ιεχωβάδες και οι προτεστάντες επίσης με έναν χώρο λατρείας έκαστοι.

Ενώ τα εν’ ενεργεία κοιμητήρια είναι συνολικά μόνο δύο στον αριθμό, μέσα στην πόλη.Ένα καθολικό, το διατηρητέο «Φράγκικο Νεκροταφείο» των Γάλλων στρατιωτών, πεσόντων στη Μάχη της Κρήτης, το οποίο δεν δύναται να δεχθεί περισσότερες ταφές, και υπολείμματα του ιστορικού οθωμανικού νεκροταφείου στην περιοχή της Νέας Χώρας, με τρία βασικά σημεία συγκέντρωσης: στην περιοχή της σημερινής πλατείας 1866, τα επονομαζόμενα μεζαρλίκια. στην σημερινή αυλή του Αρχαιολογικού Μουσείου (τζαμί του Γιουσούφ Πασά) και στην βόρια αυλή του Αγίου Νικολάου της Σπλάντζιας.

Έπειτα μελετώνται οι αρχαιολογικές ανασκαφές στο σύνολο της πόλης και οι περιοχές με την μεγαλύτερη πυκνότητα του αρχαίου νεκροταφείου της Κυδωνίας των προϊστορικών χρόνων. Οι τρεις σημαντικότερες περιοχές συγκέντρωσης ταφών, τόσο σε έκταση όσο και σε πλούτο κτερισμάτων βρίσκονται: στο κέντρο της παλιάς πόλης εντός των τειχών, στην περιοχή του Εθνικού Σταδίου και με τη μεγαλύτερη πυκνότητα στην περιοχή των Δικαστηρίων.

Στην περιοχή μελέτης συναντάμε πάνω από 60 συνολικά τάφους πολεμιστών την μυκηναϊκής κοινότητας, οι περισσότεροι από τους οποίους ήρθαν στο φως κατά την αποκατάσταση του ναού το 1990, μαζί με άλλους που πιθανολογείται πως βρίσκονται κάτω από τα θεμέλια της εκκλησίας.




Στην Ελλάδα η αποτέφρωση δεν αποτελεί μία σύγχρονη πρακτική, αλλά συναντάται από την λίθινη εποχή. Η Ορθόδοξη Εκκλησία όμως, δεν δέχεται για τους πιστούς της την καύση.

Η αποτέφρωση νεκρών στην Ελλάδα επετράπη το 2006 με νόμο ο οποίος προέβλεπε την καύση ημεδαπών ή αλλοδαπών, των οποίων οι θρησκείες το επέτρεπαν. Μέχρι πρότινος, η Ελλάδα ήταν η μοναδική χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης χωρίς Κέντρο Αποτέφρωσης. Σήμερα διαθέτει ένα και μοναδικό κέντρο αποτέφρωση νεκρών στην Ριτσώνα.

Στο συγκεκριμένο σχέδιο φαίνονται ποσοστιαία οι αποτεφρώσεις ανά χώρα της Ευρώπης και ο αριθμός αποτεφρωτηρίων σε αυτές, με πρώτες σε κατάταξη: το Ηνωμένο Βασίλειο, την Δανία και την Ολλανδία.




Περνώντας τώρα στην διαγραμματική απεικόνιση της ιδέας φαίνεται η διατήρηση του βασικού όγκου του κτιρίου των φυλακών και στην νέα χρήση. Ο όγκος αυτός αποκτά ένα κενό αντίγραφό του σε μικρότερο μέγεθος. Ο δευτερεύων κύβος στη συνέχεια στρέφεται, ακολουθώντας τα ίχνη της προηγούμενης χρήσης.

Η γραμμική κίνηση στην παρειά του κύριου όγκου συμβολίζει την παλαιά χρήση και την σύνδεση του κτιρίου στο παρελθόν με τα Δικαστήρια.

Ο βασικός κυβικός όγκος τον φυλακών, ως το στερεό που συμβολίζει τη γη κατά τα πλατωνικά στερεά, θάπτεται και επιστρέφει στη γη με στόχο να γίνει μέρος της. Θα μιλούσαμε λοιπόν για έναν όγκο βυθισμένο στο έδαφος, από το οποίο και επικαλύπτεται. Συμβολικά το κτίριο θάπτεται, ως ένας τύμβος της αρχαιότητας ή όπως το ανθρώπινο σώμα.

Ο δευτερεύων κύβος όμως υποδηλώνει την απουσία, με την ακμή του να πιέζει το έδαφος. Το κενό περιεχόμενο του κύβου απελευθερώνεται από αυτόν, αλλοιώνοντας το καθαρό του περίγραμμα, δημιουργώντας μία ουλή στο έδαφος. Αυτό το τεχνητό φαράγγι συνδέει, κυριολεκτικά και μεταφορικά το κρεματόριο με τον αρχαιολογικό. Ενώ με την αφαίρεση του εδάφους χρίζεται αναγκαία η γεφύρωση του πάρκου με την πλατεία της εκκλησίας.




Η διάταξη των αιθρίων και των ανοιγμάτων της οροφής, τα οποία «κοιτάζουν» προς την εκκλησία των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, αποδομεί τον συμπαγή κατά τα άλλα όγκο, σε παραλληλισμό της αποσύνθεσης του ανθρωπίνου σώματος κατά την ταφή του.

Η διάταξή τους προέρχεται από το φέρετρο, στο οποίο εγγράφεται το σύμβολο της χριστιανικής πίστης, ο σταυρός. Ο σταυρός όμως κατακερματίζεται κατά μία φαινομενολογική προσέγγιση. Η θέση των τάφων της Νεκρόπολης και ένας ελαστικός κάναβος που διατρέχει το σύνολο της περιοχής, «επιβάλλουν» κατά μία έννοια τις τελικές θέσεις των ανοιγμάτων.

Περνώντας στο σχέδιο της γενικής κάτοψης της περιοχής, παρατηρείται η ταφή του κτιρίου σε μία προσπάθεια επέκτασης της πλατείας στην οροφή του κτιρίου του Αποτεφρωτηρίου. Η λογική των ανοιγμάτων της οροφής ανασυνθέτει και την διάταξη του προαυλίου χώρου της Εκκλησίας, όπως επίσης και της σκάλας πάνω στην ευθύγραμμη κίνηση της υπόμνησης της παλιάς χρήσης.

Η φύτευση της πλατείας υποστηρίζει τη νέα χρήση, καθώς αποτελείται από κυπαρίσσια, το κατ’ εξοχήν ταφικό σύμβολο, τοποθετημένα ανά συστάδες. Το ίχνος του απόντος κύβος εμφανίζεται με χαλκό στο δάπεδο και στους πλευρικούς τοίχους του κτιρίου, αλλά και στην πλακόστρωση του δαπέδου του άδειου τετραγώνου. Ο χαλκός επιλέγεται από τα χάλκινα όπλα και κτερίσματα που βρέθηκαν κατά τις αρχαιολογικές ανασκαφές.

Η πλατεία ενώνεται με το πευκοδάσος, μέσω μίας ελαφριάς γέφυρας από προοξειδωμένο χάλυβα (corten), ώστε να επιτευχθεί μία χρωματική συνέχεια στο σύνολο του σχεδιασμού. Το κορτέν, όπως επίσης το οπλισμένο εμφανές σκυρόδεμα που επιλέχθηκε για το κτίριο εμφανίζουν το εξής παράδοξο: παρουσιάζονται ως δύο υλικά τα οποία δεν εμφανίζουν γρήγορα γήρανση, επομένως το κτίριο θα μπορούσε να έχει μόλις κατασκευαστεί ή να βρισκόταν εκεί πάντοτε.




Αφήνοντας πίσω μας την πλατεία του Ιερού Ναού, βυθιζόμαστε μέσω μίας επικλινούς μνημειακής καθόδου, στο εσωτερικό του κρεματορίου. Στο κεντρικό αίθριο τοποθετούνται 3 κυπαρίσσια που συμβολίζουν τον τριαδικό θεό αλλά και τις τρεις μοίρες.

Οι χρήσεις, όπως έχει ήδη αναφερθεί, χωρίζονται σε λειτουργικές και τελετουργικές. Στις πρώτες ανήκουν: οι διοικητικοί χώροι, τα γραφεία και οι χώροι για το προσωπικό, η αίθουσα αναμονής-foyer, το εστιατόριο και οι βοηθητικοί χώροι, ενώ στην δεύτερη κατηγορία ανήκουν: η αίθουσα που διεξάγονται οι τελετές, τα αίθρια, η αίθουσα με τους κλιβάνους για την καύση και ο χώρος όπου τοποθετούνται οι τέφρες, εκτός του κτιρίου.

  • Οι γραφειακοί χώροι χωρίζονται στον χώρο της διοίκησης, όπου οι συγγενείς διευθετούν τα διαδικαστικά της τελετής καύσης και στο γραφείο του προσωπικού, οπού αποθηκεύονται και το σύνολο του αρχειακού υλικού. Στον δεύτερο χώρο δεν έχει πρόσβαση το κοινό.
  • Στο εστιατόριο μπορεί να φιλοξενηθούν ταυτόχρονα έως και 40 άτομα.
  • Σε περίπτωση μεγάλου αριθμού αποτεφρώσεων μέσα στην ημέρα, υπάρχει επίσης ο χώρος ψύξης. Η κίνηση προς τον χώρο των τελετών και τους αποτεφρωτήρες είναι εμφανής μέσω του χώρου υποδοχής και η απόσταση ηθελημένα μεγάλη. Με αυτή την απόφαση τονίζεται η χρήση και ο επισκέπτης προς στιγμήν εξοικειώνεται με την ιδέα του θανάτου. 
  • Η αίθουσα των τελετών αποτελεί τον χώρο της ενθύμησης του εκλιπόντος. Ο νεκρός προτού μεταφερθεί στην αίθουσα του αποτεφρωτήρα, τοποθετείται επάνω σε ένα βάθρο το οποίο συμβολίζει το κελί της απομόνωσης της προγενέστερης χρήσης των φυλακών.
  • Στη συνέχεια, στην αίθουσα της καύσης βρίσκουμε δύο αποτεφρωτήρες με βάση την ισχύουσα νομοθεσία και ένα μηχάνημα μετατροπής των οστών σε παιπάλη, για όποιον το επιθυμεί. Οι τελετή της καύση είναι ημι-δημόσια, καθώς υπάρχει οπτική επαφή από την αίθουσα τελετών, χωρίς όμως οι συγγενείς να μπορούν να εισέλθουν στον χώρο της αποτέφρωσης. Οι δύο αυτοί χώροι διαχωρίζονται με την χρήση του υδάτινου στοιχείου.
  • Τα αίθρια πέραν του φωτισμού και του αερισμού του κτιρίου, συμβάλλουν στην περισυλλογή του χρήστη και στην ενίσχυση του τελετουργικού χαρακτήρα του κτίσματος.
  • Πέραν της βασικής εισόδου, εάν κάποιος δεν επιλέξει να εισέλθει στο κτίριο από την εκκλησία, μπορεί να εισέλθει από την δευτερεύουσα είσοδο ή το υπόγειο, που θα δούμε και στη συνέχεια.

Το ίχνος του δευτερεύοντος κύβου, στο εσωτερικό του κτιρίου διαφαίνεται με τα λοξά δοκάρια, που συγκρατούν επίσης τα πλευρικά τοιχία στην οριζόντια κίνηση.

Εξυγιασμένοι από την φωτιά οι μόνιμοι «κάτοικοι» μεταφέρονται στους πλευρικούς αναλληματικούς «κατοικιμένους» τοίχους. Τα στιβαρά τοιχία στα οποία φιλοξενούνται οι τεφροδόχοι, αποτελούν την τελευταία θέση στην κίνηση των θανόντων μέσα και έξω από το κτίριο. Το υδάτινο στοιχείο στο δάπεδο σε άμεση επαφή με τα τοιχία, για ακόμη μία φορά διαχωρίζει τους ζώντες από τους νεκρούς. Οι χάλκινες σχάρες απορροής των όμβριων υδάτων σηματοδοτούν το τέλος της υπαίθριας αίθουσας με τις τεφροδόχους, ενώ η υπόλοιπη πλακόστρωση «ακολουθεί» τον κάναβο , ο οποίος προχωρώντας προς τον αρχαιολογικό κήπο χάνει την ορθοκανονικότητά του. Το δάπεδο «ακολουθεί» τη διάταξη των τάφων της νεκρόπολης, σαν ένας ποταμός που παρασέρνει τις πλάκες από τις τέφρες προς τη νεκρόπολη μέσω μίας ομαλούς μετάβασης.

Παράλληλα ο αρχαιολογικός χώρος λειτουργεί ως ένα επίγειο μουσείο με τις θαμμένες στο έδαφος προθήκες.

Ο αρχαιολογικός συνδέεται επίσης με το πάρκο, στο οποίο τα πεύκα ενισχύονται και αυξάνονται και τα υλικά επιλέγονται με βάση την ταχύτητα του περιπατητή. Ο κάναβος διατρέχει και το πάρκο, στο οποίο χρησιμοποιούνται: πλάκες σκυροδέματος, πατημένο χώμα, χαλίκι και φυσικό έδαφος. Στον χώρο του πάρκου διατηρείται το σώμα ελληνικού ομαδισμού και η λαϊκή αγορά, που σήμερα λειτουργεί στην οδό Γιαμπουδάκη.

Μία συστάδα από κυπαρίσσια συμβολίζει εντονότερα τον διαχωρισμό του παρόντος από το παρελθόν, διατηρείται όμως η οπτική σύνδεση ανάμεσα στην Εκκλησία και τον αρχαιολογικό χώρο.

Δύο εγκαταλελειμμένα κτίσματα επαναχρησιμοποιούνται και λειτουργούν ως πύλες για τον προαύλιο χώρο της εκκλησίας των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Το ένα λειτουργεί ως αρχαιολογικό μουσείο, ενώ το δεύτερο ως ωδείο εκκλησιαστικής μουσικής.




Μέσω αυτής της τρισδιάστατης αξονομετρικής απεικόνισης, φαίνεται εντονότερα η σχέση κτιρίου- αρχαιολογικού και η δαπεδόστρωση που την υποστηρίζει. Επίσης φαίνεται ο διαχωρισμός των αναλημματικών τοιχίων, ώστε να καθίστανται εμφανή τα όρια του κενού κύβου. Παράλληλα με αυτόν τον τρόπο φαίνεται ο διαχωρισμός των χρήσεων και των ποιοτήτων των χώρων.




Έχοντας αναλύσει την κάτοψη του ισογείου θα περάσουμε τώρα στην κάτοψη του υπογείου parking, με τη προτεινόμενη διάταξη.

Έπειτα στις τομές…

  •  Στην τομή ζ’-ζ φαίνεται η σχέση μεταξύ εκκλησίας και πάρκου με την γέφυρα του πάρκου και τους λοξούς τοίχους, διαφορετικών κλίσεων. Ο ένας «κοιτάζει» την εκκλησία και ο άλλος διαθέτει συγκεκριμένη κλίση ώστε όποιος διασχίζει το σημείο αυτό, να μπορεί να διαβάσει πληροφορίες για την περιοχή, σαν ένα γραμμικό μουσείο.
  • Στην τομή β’-β φαίνεται το ωδείο, η σκάλα από την πλατεία προς τα Δικαστήρια, η δευτερεύουσα είσοδος του κτιρίου και οι συστάδες από τα κυπαρίσσια σε συνδυασμό με την καμινάδα του αποτεφρωτήρα που βρίσκονται στην ίδια ευθεία
  • Στην τομή δ’-δ βλέπουμε την σχέση του πάρκου με το κτίριο, τον κήπο zen, το βασικό αίθριο και την αίθουσα των τελετών.Τα ανεστραμμένα δοκάρια συμβάλλουν σε μία υπολογισμένη διάχυση του φωτός
  • Στην τομή γ’-γ φαίνονται οι τελετές με το λοξό δοκάρι που διατρυπά τον χώρο, το βάθρο πάνω στο οποίο τοποθετείται ο νεκρός και η αίθουσα της καύσης με τον αποτεφρωτήρα.
  • Στην τομή α’-α φαίνεται η κάθοδος από την πλατεία προς την κεντρική είσοδο
  • Και στην ε’-ε η οπτική επαφή που έχουν οι συγγενείς με την αποτέφρωση, το εστιατόριο, ο χώρος των τεφροδόχων το γραμμικό μουσείο και η γέφυρα, ο αρχαιολογικός και η «πλάτη» της εκκλησίας προς τον αρχαιολογικό

Στα σχέδια αυτά διαφαίνεται, εκτός των άλλων, ο ακανόνιστος ξυλότυπος του εμφανούς σκυροδέματος, που έχει σχεδιαστεί ειδικά για το συγκεκριμένο κτίριο.




Στο συγκεκριμένο διάγραμμα απεικονίζονται οι διάφορες κινήσεις που εκτελούνται στο εσωτερικό του κτιρίου.

Πρώτα η κίνηση των υπαλλήλων του αποτεφρωτηρίου μέσω την εισόδου από την οδό Γιαμπουδάκη, ύστερα η κίνηση των επισκεπτών για την οργάνωση της τελετής από την μνημειακή κάθοδο, στην συνέχεια οι κινήσεις από το υπόγειο, τόσο του νεκρού όσο και των συγγενών. Στα δύο τελευταία διαγράμματα, μελετώνται ξανά οι εναλλακτικές κινήσεις του νεκρού και των συγγενών, από τις δύο εισόδους όμως.




Έπειτα θα δούμε τις απεικονίσεις με βάση τις κινήσεις στο εσωτερικό του κτιρίου.

Στην πρώτη βλέπουμε τον χώρο υποδοχής- foyerμε την οπτική σύνδεση με τα Δικαστήρια μετά την λήψη από το φουαγιέ προς το αίθριο, τον ζεν κήπο με τις χαρακιές στον εξωτερικό τοίχο και τα χάλκινα κουφώματα των ανοιγμάτων, το αίθριο του εστιατορίου επίσης με τις κάθετες χαρακιές στον συμπαγή όγκο, την αίθουσα των τελετών με το δοκάρι και το βάθρο της απομόνωσης και την δεύτερη είσοδος.




Στον εξωτερικό χώρο οι απεικονίσεις έχουν ληφθεί: στον χώρο των τεφρών με την σκάλα, την εκκλησία, το υδάτινο στοιχείο στην πλακόστρωση και την καμινάδα στην οροφή.

Και κάτω από την γέφυρα του πάρκου, με τις επιτοίχιες προθήκες του γραμμικού μουσείου, την ελαφριά κατασκευή της γέφυρας και το δάπεδο προς τον αρχαιολογικό.

Οι λεπτομέρειες που επέλεξα να δείξω είναι ένα ενδεικτικό φυλάκιο της τεφροδόχου, η σχάρα της απορροής των υδάτων στο δάπεδο, η πεζογέφυρα, το κάθισμα στα αναλημματικά τοιχία, που λειτουργεί και ως χώρος φύτευσης και οι προθήκες της νεκρόπολης.

Η φύτευση που επιλέχθηκε είναι εναρμονισμένη με τις ισχύουσες κλιματολογικές συνθήκες και το θέμα του σχεδιασμού. Τα δέντρα και τα φυτά που επιλέγονται συμβολίζουν τον θάνατο, την απώλεια ή την ενθύμηση. Με εξαίρεση το πεύκο που προϋπήρχε του σχεδιασμό.




Έπειτα βλέπουμε τρεις αφαιρετικές απεικονίσεις τύπου μακέτας για το σύνολο της περιοχής, στις οποίες θέλησα να δείξω ξανά τη σχέση μεταξύ των συστημάτων της περιοχής μελέτης, την διασταύρωση των πιθανών κινήσεων πάνω και γύρω από το κεντρικό κτίριο και την σχέση της περιοχής που σχεδιάζεται με τον ευρύτερο αστικό ιστό.




Οτιδήποτε γεννάται θα πρέπει να επιστρέψει εκεί από όπου προήλθε. Το άπειρο δεν είναι ούτε η αρχή ούτε το τέλος, αλλά η αέναη μεταβολή τους. Σύμφωνα με τις ασιατικές θρησκείες: ο κόσμος φτάνει συνεχώς σε ένα τέλος και ξαναρχίζει από την αρχή. Αυτή η ατέρμονη επανάληψη εμφανίζεται μέσω του τελευταίου σχεδίου. Ο πλάνης εκτελεί μία ροϊκή «βιωματική» πορεία με το τέλος έρχεται να ταυτίζεται με την αρχή.

Τα κομβικά σημεία αυτής της κίνησης που συνεχίζεται στο διηνεκές απεικονίζονται ως σκίτσα, ώστε να φανούν τα στοιχεία και οι πληροφορίες του χώρου, που αποτυπώνονται αποσπασματικά στην μνήμη του περιπατητή.

Η κίνηση που βλέπουμε ξεκινά από την τελετουργική κάθοδο, στο υπόγειο μέσω του ανελκυστήρα, έπειτα από την ράμπα του χώρου στάθμευσης προς το πάρκο…από το πάρκο προς τον αρχαιολογικό μέσω κερκίδων και στην συνέχεια από την κατάβαση της εξωτερικής κλίμακας προς το εσωτερικό του αποτεφρωτηρίου.

Από την αίθουσα των τελετών ο πλάνης κινείται ξανά προς το εξωτερικό, στον χώρο των τεφροδόχων και από εκεί διασχίζοντας την γραμμική πορεία προς τον αρχαιολογικό κήπο, ξανά πίσω στο πάρκο και από το πάρκο μέσω τις γέφυρας, φτάνει στο εσωτερικό της εκκλησίας.

Η συνεχής αυτή διασταύρωση των κινήσεων, κατά τον σχεδιασμό, ενισχύει την έννοια του απείρου, με την Άτροπο, τη γηραιότερη από τις Τρεις Μοίρες, να κόβει το νήμα της ζωής.