Η ελληνική συμμετοχή στη Μπιενάλε της Βενετίας,
είναι αποτέλεσμα συνεργασίας των επιμελητών της Χριστίνας Αργυρού και Ryan Neiheiser με
δύο ακαδημαϊκά Ιδρύματα: την ΑΑ στο
Λονδίνο και το Ε.Μ.Π. στην
Αθήνα. Στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε την
Πέμπτη 28 Ιουνίου 2018 στο κτίριο Αβέρωφ, στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, η
ομάδα των Ειδικών Θεμάτων Ιστορίας και Θεωρίας 8, πήρε τη σκυτάλη μετά την
παρουσίαση των επιμελητών του περιπτέρου, για να αναλύσει τα κτίρια που
μελετήθηκαν στην ομάδα, με κοινό
άξονα τον ''ενδιάμεσο χώρο'''. Η μελέτη των κτιρίων
ολοκληρώθηκε με την παραγωγή τρισδιάστατων αφαιρετικών μοντέλων, που εκτέθηκαν
στο ελληνικό περίπτερο της Μπιενάλε.
Ο Π.Τουρνικιώτης, διδάσκοντας του μαθήματος
Ε.Θ.Ιστορίας και Θεωρίας 8, ανέλυσε την ιδέα του ελεύθερου χώρου, η οποία όπως
ανέφερε, σχετίζεται αναμφίβολα με την νωπογραφία του Ραφαήλ, ''Η Σχολή των
Αθηνών''. ''Στα σκαλιά, κάθονται Αθηναίοι, που είναι άνθρωποι των γραμμάτων,
των τεχνών, των επιστημών και συνδιαλλέγονται...'' Μέσα από την αναφορά αυτή, ο
Καθηγητής, προσδιορίζει την έννοια του ελεύθερου χώρου μέσα στη
διαδικασία της παιδείας – σκέψης, της κρίσης και της κριτικής, συνοψίζοντας πως
είναι ''εκείνος ο χώρος, στον οποίο μπορούμε μαζί να συζητήσουμε και να
περπατήσουμε, να συλλογιστούμε και να συμπεράνουμε, να διαφωνήσουμε και
ενδεχομένως να δημιουργήσουμε.''
Οι φοιτήτριες Όλγα Ψάρρη και Χαρά Καΐκα, μίλησαν στη συνέχεια, για δυο κτίρια που
στεγάζουν την Αρχιτεκτονική: το κτίριο
Αβέρωφ, του Λ.Καυτατζόγλου (1878), στην
Αθήνα, και με το κτίριο του Αlvaar Aalto, στην Espoο, στη Φιλανδία (1966).
Συνθετικό και ζωτικό πυρήνα του κτιρίου
Αβέρωφ, αποτελεί το κεντρικό αίθριό του. Πρόκειται για έναν υπαίθριο
χώρο τετραγωνικής κάτοψης με συμμετρίες και ως προς του δύο άξονες. Επέκτασή
του, αποτελεί η ημιυπαίθρια στοά που τον περιγράφει, αλλά και διαχωρίζεται από
αυτόν, με τέσσερα κατακόρυφα γωνιακά στοιχεία που αποτρέπουν την οπτική
επαφή, με εξαίρεση κάποια ανοίγματα σε
αυτά.
Το αίθριο, σε συνδυασμό με την
περιμετρική στοά και τον ημιυπαίθριο χώρο εισόδου, αντιδιαμετρικά της ροτόντας,
αποτελούν τους ελεύθερους χώρους του ισογείου. Το όριο αυτών, καθορίζεται από
τα κατακόρυφα στοιχεία που τους διαχωρίζουν από τις διπλανές αίθουσες
διδασκαλίας. Η μετάβαση αυτή από το εσωτερικό στο εξωτερικό, με την
συγκεκριμένη διάταξη των χώρων, δίνει την δυνατότητα εκτόνωσης των περιμετρικών
χρήσεων και διατήρησης του ''ελεύθερου χώρου'', ενεργού καθ’όλη την διάρκεια
της μέρας. Μεγαλύτερη κινητικότητα, ιδιαίτερα όταν οι καιρικές συνθήκες δεν
είναι ευνοϊκές, παρατηρείται στον στεγασμένο χώρο περιμετρικά του αιθρίου, ενώ
γενικότερα, προτιμώνται οι διαγώνιες κινήσεις μεταξύ των μετακιονίων, έναντι
των αξονικών, προκειμένου να αποφευχθεί η έκθεση στο οπτικό πεδίο των υπόλοιπων
χρηστών του χώρου.
Η εναλλαγή αυτή του σκιασμένου,
προστατευμένου και μη χώρου, η μικρή υψομετρική διαφορά μεταξύ της στοάς και
του αιθρίου, η κεντροβαρική τοποθέτησή του, σε σχέση με την υπόλοιπη σύνθεση,
η εκτόνωση των περιμετρικών αιθουσών και
η διασταύρωση όλων των κινήσεων σε αυτόν, αποτελούν κάποιους μόνο από τους
λόγους που ευνοούν τον χαρακτηρισμό αυτού του χώρου ως ''ελεύθερου''.
Σε συνέχεια, τα δύο κλιμακοστάσια, το
μνημειώδες της κεντρικής όψης και το μικρότερης κλίμακας εσωτερικό, επιτρέπουν
την κατακόρυφη σύνδεση των ορόφων. Στον πρώτο όροφο, ο ''ελεύθερος χώρος''
επεκτείνεται σε έναν υπαίθριο, στο μεγαλύτερο μέρος του, περιμετρικό εξώστη,
που ταυτίζεται σε κάτοψη με την στοά του ισογείου, αλλά και στον
ημιυπαίθριο χώρο εισόδου που καταλήγει η εξωτερική σκάλα. Όρια των χώρων
αποτελούν και πάλι τα κατακόρυφα στοιχεία που τους διαχωρίζουν από τις διπλανές
αίθουσες. Η χρήση αυτού του χώρου ως ''ελεύθερου'' ευνοείται από τις πολλαπλές
οπτικές φυγές που δημιουργούνται, λόγω της διάταξης του χώρου
και συνεπώς, την περίοπτη θέση του αιθρίου, που αποτελεί σκηνικό δράσεων για
όσους στέκονται στον εξώστη ή στην περιμετρική στοά.
Το κεντρικό αίθριο του κτιρίου Αβέρωφ,
Αρχιτέκτονας: Λ.
Καυτατζόγλου
O ''ελεύθερος
χώρος'' της σχολής Αρχιτεκτονικής στην Έσπο της Φινλανδίας
Αρχιτέκτονας: Αlvaar Aalto
Η Σχολή Αρχιτεκτονικής Alvar Aalto,
αποτελεί ένα ζωντανό κομμάτι της καθημερινής ζωής του campus. Η βασική διάταξη
του κτιρίου, σχηματίζει ένα πλάγιο Π, δημιουργώντας εναν μικρό προαύλιο χώρο
στην κοιλότητά του. Ο χώρος εισόδου, στην ανατολική πλευρά της στάθμης του
ισογείου, αποτελεί έναν ενδιάμεσο χώρο, χωρίς συγκεκριμένη λειτουργία, ο οποίος
ενοποιείται με ένα μεγάλο κομμάτι του κτιρίου σαν ρέον στοιχείο. Στον άξονα
εισόδου βρίσκεται, επίσης, ένα μεγάλο κλιμακοστάσιο, το οποίο συνδέει τα δύο
επιπέδα. Οι διαστάσεις και η μορφή του, επιτρέπουν στον επισκέπτη να καθίσει σε
αυτό, έχοντας εποπτία του γύρω χώρου. Στο βορειοδυτικό τμήμα, η μακρόστενη
αίθουσα με τις ιδιαίτερες προεξοχές δίνει την δυνατότητα πολλαπλών χρήσεων. Η
αίθουσα αυτή έχει κατά καιρούς αποτελέσει εκθεσιακό χώρο, χώρο δεξιώσεων αλλά
και χώρο ομιλιών. Τα παραπάνω, συνθέτουν την χωρική έκφραση του ''ελεύθερου
χώρου'' στο επίπεδο αυτό. Τα όριά του, διέπονται κατά βάση από τα κατακόρυφα
στοιχεία που τον διαχωρίζουν από διπλανές αίθουσες με συγκεκριμένη λειτουργία,
όπως εργαστήρια, αιθουσες μαθημάτων και το μεγάλο αμφιθέτατρο στην βορεινή
πλευρά με τους καμπυλόμορφους τοίχους.
Το ''ανοιχτό αίθριο'' που
δημιουργείται, εμφανίζει κάποιες ομοιότητες σε σχέση με αυτό του κτιρίου
Αβέρωφ, όμως, δεν θα μπορούσε, να λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο, λόγω του πολύ
διαφορετικού και ψυχρού κλίματος της Φινλανδίας. Η σύνδεση του εξωτερικού με
τον εσωτερικό χώρο στην περίπτωση αυτή δεν γίνεται άμεσα αλλά έμμεσα, κυρίως
μέσω της οπτικής επικοινωνίας. Τα διαμήκη υαλοστάσια πλευρικά του
κλιμακοστασίου, δημιουργούν μια αίσθηση ενότητας του εσωτερικού με το
εξωτερικό, ενώ ταυτόχρονα αφήνουν το φως να εισχωρήσει μέσα στο χώρο. Οι
προεξοχές στην βορειοδυτική μεριά δίνουν την δυνατότητα οπτικών φυγών προς το
εξωτερικό και προστατεύουν από τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Ο Aalto έχει
καταφέρει, με έναν ευρυματικό τρόπο, να σχεδιάσει ένα κτίριο που μπορεί να
ανταπεξέλθει στις ιδιαίτερες κλιματολογικές απαιτήσεις της Φινλανδία, χωρίς
όμως να στερήσει την σχέση αυτού με το εξωτερικό του περιβάλλον.
Μια δευτερεύουσα είσοδος συνδέει τον
προαύλιο χώρο με το εσωτερικό του κτιρίου. Όταν ο καιρός το επιτρέπει, το
ανοιχτό αυτό αίθριο μετατρέπεται σε ένα ζωντανό χώρο συζητήσεων και χαλάρωσης,
έναν ''ελεύθερο χώρο'' γεμάτο φοιτητές που απολαμβάνουν τον ήλιο. Τα μικρά
καθίσματα απο γρανίτη, ελαφρώς άτακτα μέσα στον χώρο, δημιουργούν μικρές
γειτονιές έτοιμες να φιλοξενήσουν την καθημερινότητα τον φοιτητών. Οι προεξοχές
προσθέτουν μια δυναμική στον χώρο, ενώ η μορφή και η γεωμετρία τους επιτρέπουν
παιχνίδια φωτός και σκιάς. Η πρόσβαση στον πρώτο όροφο γίνεται μέσω του
εσωτερικού κλιμακοστασίου. Τα
περιμετρικά υαλοστάσια επιτρέπουν την οπτική σύνδεση της στάθμης του
ορόφου με αυτή του αιθρίου, ενισχύοντας το αίσθημα της συνέχειας και της
ενότητας. Ο ελεύθερος χώρος, οργανώνεται
γύρω απο το κλιμακοστάσιο και εξαπλώνεται στις πλαϊνές αίθουσες σχεδιαστηρίων.
City Lab,Παρίσι
Αρχιτέκτονες: ΟΜΑ
Οι φοιτητές Άγγελος Χουλιαράς και
Ευάγγελος Σταμπέλος, παρουσίασαν τους ελεύθερους χώρους του κτιρίου Lab City,
που στεγάζει την σχολή Μηχανολόγων Μηχανικών, στο Παρίσι, σχεδιασμένη από τους OMA (2017) και της Θεολογικής σχολής Αθηνών, των αρχιτεκτόνων
Λ.Καλυβίτη και Γ.Λεονάρδου (1973- 1976).
Το
Πανεπιστήμιο και οι εργαστηριακοί χώροι που αποτελούν την Lab City, είναι οργανωμένοι σε μια ορθογώνια κάτοψη που την περιγράφει απλή γεωμετρία και κάναβος. Η πρωταρχική συνθετική ιδέα των
αρχιτεκτόνων ήταν να δημιουργήσουν μια μικρή πόλη, ιδέα παρόμοια με αυτή του
Ανοιχτού Πανεπιστημίου του Βερολίνου, του Κονδύλη., μια σύνθεση με απλές
χαράξεις, επαναλαμβανόμενα μοτίβα και κεντρικά αίθρια. Στο σχεδιασμό των ΟΜΑ εισέρχεται επιπλέον ο διαγώνιος
άξονας, που οργανώνει τις κινήσεις και τους χώρους του Πανεπιστημίου,
συγκεντρώνει όλη τη δυναμική της σύνθεσης και αποτελεί τον σημαντικότερο
ελεύθερο χώρο, με την κεντρική είσοδο, το κεντρικό αίθριο και το μεγάλο
αμφιθέατρο να διαμορφώνονται σε αυτόν.
Όμως μια πρώτη βιωματική σχέση με το κτίριο θα μας αποκάλυπτε τη νέα διάσταση που αποκτά η μικρή πόλη, αυτή της ζωής στα δώματά της: Χώροι μελέτης, στάσης, κίνησης και χώροι ξεκούρασης ή και μη προγραμματισμένης μάθησης, λαμβάνουν χώρo στα υψηλότερα επίπεδα. Άμεση οπτική σχέση υπάρχει με τους ισόγειους ελεύθερους χώρους και έτσι φαίνεται ότι οι διάφορες στάθμες συμπληρώνουν και λειτουργούν αλληλένδετα με τον ελεύθερο χώρο του ισογείου. Αυτό, το λεγόμενο πορώδες της σύνθεσης και των ''ελεύθερων χώρων'' της, επιτρέπει χωρική και οπτική επαφή, σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων, βλέμματα, συζητήσεις και διδασκαλία. Έτσι, προκύπτουν οι τρεις επιφάνειες, το σχεδιάγραμμα αποτύπωσης των ελεύθερων χώρων στα τρια επίπεδα. Η τρισδιάστατη γεωμετρική απεικόνιση ακολουθεί την ιδέα, η αλλιώς την οπτικοποίηση του κενού έναντι του πλήρους, για την παρουσίαση του ''ελεύθερου χώρου''.
City Lab, η διάρθρωση του
χώρου
Συνεπώς,
τα όρια (τοίχοι), ο χώρος (που δημιουργείται από τη σύνθεση
επιφάνειας με τοίχους, και ο συμβολισμός, ο οποίος αποτελεί τους όγκους
που παραλείπονται στο μοντέλο, διαμορφώνουν τον κανόνα που συνθέτει όλα τα μέρη
του κτιρίου.
Θεολογική σχολή Αθηνών
Αρχιτέκτονες: Λ.Καλυβίτης και Γ.Λεονάρδος
Όσον
αφορά την θεολογική σχολή του πανεπιστημίου Αθηνών, η μελέτη του κτιρίου
ανατέθηκε, το 1964, έπειτα από πανελλήνιο διαγωνισμό στους Αρχιτέκτονες,
Γ.Λεονάρδο και Λ.Καλυβίτη. Η μελέτη βραβεύεται με το πρώτο βραβείο στον αρχιτεκτονικό διαγωνισμό που
προκήρυξε το Πανεπιστήμιο Αθηνών για την ανέγερση της σχολής και του ναού. Η
αρχική σύνθεση αποτελούνταν από τρία στοιχεία: τον κεντρικό όγκο της σύνθεσης,
τη βιβλιοθήκη και το ναό. Στο δεύτερο επίπεδο μελέτης τελικά σχεδιάστηκαν τα
δύο πρώτα, ενσωματώνοντας τη βιβλιοθήκη στον
κύριο όγκο.
Συνεχής
εγκάρσια και διαμήκης αναίρεσή του από αίθριους χώρους, διαμορφώνουν τον όγκο
σε ζώνες υπαίθριων, ημιυπαίθριων και κλειστών χώρων, όπου συνδέονται μεταξύ τους με εγκάρσιες και
διαμήκεις στοές. Το κλειστό και το ανοιχτό αλληλοσυγχέονται. Κενό και πλήρες
αποτελούν συστατικό κομμάτι της σύνθεσης. Ένα σύστημα εσωτερικών και
συνδεδεμένων αιθρίων δημιουργείται. Η λειτουργία και το περιεχόμενο της σχολής
επηρεάζουν το σχεδιασμό. Το αρχέτυπο του ελληνικού μοναστηριακού χώρου είναι
εμφανές. Έτσι γίνεται προσπάθεια για αίσθημα ησυχίας, κατάνυξης και απομόνωσης.
Ακόμα το έντονα επικλινές έδαφος αντιμετωπίζεται προσαρμόζοντας το κεντρικό
σώμα του όγκου σε αυτό.
Στη
διαδικασία της ανάλυσης των ''ελεύθερων χώρων'' της θεολογικής σχολής, αρχικά
οι φοιτητές αναγνωρίζουν τη σημασία των
εσωτερικών αιθρίων στη σύνθεση και τον τρόπο με τον οποίο επικοινωνούν στο
σύνολο του πανεπιστημιακού χώρου: η διαδικασία αναγνώρισης του ελεύθερου
χώρου προϋποθέτει την αναγνώριση του μη ελεύθερου χώρου. Έτσι,
αφαιρώντας κλειστό, με την κυριολεκτική του έννοια, χώρο, όπως αίθουσες,
διοικητικά, αμφιθέατρα κλπ., σε αντίθεση με την πρσθήκη των στοών και των
εσωτερικών αιθρίων στον ''ελεύθερο χώρο'', φαίνεται το σύστημα αυτό να αποτελεί
και την απάντηση στο αρχικό ερώτημα.
Η
οπτικοποίηση των ελεύθερων χώρων, αξίζει να σημειωθεί ότι διέπεται από τους
δικούς της κανόνες, διαφορετικούς από αυτούς της πραγματοποιημένης σύνθεσης, οι
οποίοι πρέπει να ακολουθηθούν με συνέπεια, για την αποτελεσματική έκφραση του
μοντέλου του ''ελεύθερου χώρου''. Αρχικά σχεδιάζονται ως οριζόντιες επιφάνειες
όλες αυτές που έχουν αναγνωριστεί ως ελεύθερες. Αίθρια και διάδρομοι ως
οριζόντιες επιφάνειες αποτελούν και την ίδια τη βάση. Στη συνέχεια, γίνεται προσέγγιση
των ορίων των ελεύθερων χώρων: Η επιφάνεια των αιθρίων που εφάπτεται στους
διαδρόμους, έχει άμεση εκτόνωση σε αυτούς,
με αποτέλεσμα την χωρική και οπτική διαπερατότητα. Συνεπώς, σχεδιάζεται
με κατακόρυφα ανοίγματα και σε σχέση με το ρυθμό των κατακόρυφων φερόντων
στοιχείων. Από την άλλη πλευρά, οι επιφάνειες των αιθρίων που δεν εφάπτονται
στους διαδρόμους, οπτικοποιούνται ως σκληρά όρια. Έτσι, μέσα από τα όρια και
τον ρυθμό επανάληψής τους, προκύπτει ο ''ελεύθερος
χώρος''.
Σημείωση:
Το συγκεκριμένο άρθρο περιλαμβάνει εικονογραφικό υλικό, καθώς και υλικό των κειμένων
από την παρουσίαση των φοιτητων του Ε.Θ. Ιστορίας και Θεωρίας 8, που
πραγματοποιήθηκε στις 28 Ιουνίου 2018,
στη σχολή Αρχιτεκτόνων του Ε.Μ.Π.,
με
διδάσκοντες τους: Π.Τουρνικιώτη, Κ.Τσιαμπάο και Σ.Κωτσόπουλο.