Σπουδαστική ομάδα: Γκούμα Μαρία Ευθυμία, Πετσίνης Αθανάσιος
Επιβλέποντες καθηγητές: Αναστασόπουλος Νικόλαος, Βασιλάτος Παναγιώτης
Σχολή: ΕΜΠ 2023
Επιβλέποντες καθηγητές: Αναστασόπουλος Νικόλαος, Βασιλάτος Παναγιώτης
Σχολή: ΕΜΠ 2023
Με κεντρικό άξονα την παλαιά βιομηχανία οινοπνευματωδών “Κρόνος” στην Ελευσίνα αποσκοπείται μέσα από την παρούσα διπλωματική εργασία ο οραματισμός σεναρίων επανάχρησης για την αναζωογόνηση και πύκνωση μιας αδρανούς περιοχής της πόλης και του παραλιακού της μετώπου. Μέσα από τη βιωματική περιπλάνηση και ανάλυση των αστικών συνθηκών της Ελευσίνας, της φυσιογνωμίας της πόλης και αυτής των κατοίκων της, και έπειτα από συμμετοχικού χαρακτήρα εργαστήρια και συζητήσεις μαζί τους, προσεγγίζεται ένα λειτουργικό πρόγραμμα επανάχρησης που πηγάζει από την ίδια την πόλη και προορίζεται για τους κατοίκους της. Η χαρακτηριστική τοποθεσία του συγκροτήματος και η πολυμορφία των υπαρχόντων κελυφών διαμορφώνουν τη βάση για δράσεις που αφορούν τον υπερτοπικό και δημόσιο χαρακτήρα της πόλης (πολιτιστικές), άλλες που αφορούν την τοπική κοινότητα και τους κατοίκους της ευρύτερης γειτονιάς (συλλογικές), και τέλος αυτές που αφορούν κοινωνική κατοικία διαγενεακού χαρακτήρα (ιδιωτικές). Συνθετικά, οι παρεμβάσεις στο έδαφος και στα διαφορετικά κελύφη του συγκροτήματος επιδιώκουν την ενοποίηση και λειτουργική διασύνδεση των δράσεων αυτών, διατηρώντας την αρχιτεκτονική τους έκφραση ως ενοποιητικά ή και συμπληρωματικά στοιχεία.
ΑΣΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΕΛΕΥΣΙΝΑΣ
Η Ελευσίνα μαζί με την Μάνδρα, τη Μαγούλα και τον Ασπρόπυργο αποτελούν τα κυριότερα αστικά σύνολα του Θριάσιου Πεδίου. Βρίσκεται σε απόσταση 21 περίπου χιλιομέτρων από το κέντρο των Αθηνών και η διασύνδεση των δύο γίνεται ακόμη και σήμερα στα ίχνη της αρχαίας Ιεράς Οδού, του αρχαίου ιερού δρόμου, που είχε αφετηρία την Ιερά Πύλη της πόλης των Αθηνών στην περιοχή του Κεραμεικού και κατάληξη το αρχαίο ιερό της Δήμητρας στον λόφο της Ελευσίνας. Ιστορικά, Η πόλη κατοικείται περίπου από το 1600 π.Χ, κυρίως επί του λόφου, ωστόσο, με την άφιξη του χριστιανισμού στη χώρα, η πόλη ερημώνεται, μιας και αποτελούσε μια από τις πέντε ιερές πόλεις της παλιάς θρησκείας. Μετά την απελευθέρωση και την ίδρυση του ελληνικού κράτους, αρχαιολόγοι ανακαλύπτουν εκ νέου την Ελευσίνα και συγκροτούν συστηματικές καταγραφές και αποτυπώσεις της πόλης. Την περίοδο αυτή ο ιερός λόφος κατοικείται ενώ τα περίχωρά του αποτελούν εύφορο, καλλιεργήσιμο κάμπο.
Σημαντικά χρονικά στιγμιότυπα για την πόλη της Ελευσίνας και την εξάπλωσή της αποτελούν τα διαφορετικά κύματα εξωτερικής και εσωτερικής μετανάστευσης. Οι φάσεις εκβιομηχάνισής της αποτέλεσαν τον βασικότερο παράγοντα διαμόρφωσης των πληθυσμιακών και αστικών της χαρακτηριστικών και κατά συνέπεια της οικιστικής εξέλιξης της πόλης. Συνδέθηκαν με την εγκατάσταση προσφύγων και πληθυσμών που απασχολήθηκαν στις βιομηχανίες που εγκαθίστανται. Το 1922 με την άφιξη των Μικρασιατών προσφύγων και την ανάγκη για στέγαση του νέου πληθυσμού που απασχολούνταν σε βιομηχανίες, τα όρια της πόλης ωθούνται προς τα ανατολικά και τα βόρεια. Τα όρια αυτά επεκτείνονται περισσότερο κατά την περίοδο της εσωτερικής μετανάστευσης (δεκαετία 1960), περίοδο που διαμόρφωσε κατά πολύ και τα σημερινά όρια της πόλης και την κοινωνική της συγκρότηση.
Συνεπώς, η περίοδος εκβιομηχάνιση της Ελευσίνας χωρίζεται σε τρεις φάσεις. Η πρώτη ξεκινάει το 1875 με την ίδρυση του Παλαιού Ελαιουργείου και τελειώνει στις αρχές του 20ου αιώνα. Από τότε και μέχρι περίπου το 1940 περνάει στην δεύτερη φάση εκβιομηχάνισης, ενώ η τρίτη τελειώνει στις αρχές της δεκαετίας του 1970, ακολουθούμενη από την αφετηρία της περιόδου αποβιομηχάνισης της πόλης. Σήμερα, οι περισσότερες βιομηχανίες είναι ανενεργές. Η τσιμεντοβιομηχανία ΤΙΤΑΝ, η Χαλυβουργική, τα Διυλιστήρια και τα Ναυπηγεία Ελευσίνας είναι τα μόνα ενεργά συγκροτήματα, εκ των οποίων κάποια υπολειτουργούν. Η κατανόηση αυτή της οικιστικής εξέλιξης της πόλης σε σχέση με τις χρονικές φάσεις ίδρυσης και λειτουργίας των βιομηχανιών αποτελούν το εργαλείο προσέγγισης του συνόλου του οικισμού στο πρώτο στάδιο της διερεύνησης.
Η χρονολογική αυτή σειρά επιδράσεων στον αστικό ιστό της πόλης διαμόρφωσε τα χωρικά χαρακτηριστικά της και τα σημερινά της όρια. Έτσι, η πόλη ορίζεται πλέον από την ακτογραμμή του κόλπου της Ελευσίνας, τον Σαρανταπόταμο, το ρέμα Σούρες και την εθνική οδό Αθηνών-Κορίνθου. Η οργάνωση των οδικών αξόνων και η γενικότερη ρυμοτόμηση της πόλης φαίνεται πως υπήρξε αποτέλεσμα των διαφορετικών φάσεων εξάπλωσης της πόλης, γεγονός που αποδεικνύεται από τους διαφορετικούς προσανατολισμούς, τις αναλογίες και την πυκνότητα των οικοδομικών τετραγώνων στις διαφορετικές γειτονιές της πόλης. Η ονοματοδοσία των γειτονιών, έτσι όπως σώζονται κυρίως από την προφορική παράδοση, συμπίπτει με την παραπάνω ανάλυση της πόλης σε πολεοδομικά μοτίβα και επικυρώνει τα όρια των περιοχών εξάπλωσης της πόλης με διαφοροποιητικά χαρακτηριστικά. Για παράδειγμα, η γειτονιά του “Συνοικισμού” αποτελεί τη γειτονιά των Μικρασιατών προσφύγων, ενώ αντίστοιχα, τα “Συμιακά” και η συνοικία των Ελληνορώσων υποδεικνύουν τις περιοχές που έζησαν οι αντίστοιχοι πληθυσμοί.
Τα σημαντικά όρια εντός της πόλης που προκύπτουν από αυτή την ανάγνωση της Ελευσίνας είναι η παλαιά εθνική οδός, οι γραμμές του πλέον ανενεργού σιδηρόδρομου καθώς και ο αρχαιολογικός χώρος. Αυτά διαμορφώνουν τους κύριους οδικούς άξονες της πόλης, αυτούς δηλαδή που τη διασυνδέουν με άλλες πόλεις και περιοχές του Θριάσιου πεδίου. Οι δευτερεύοντες οδικοί άξονες αποτελούν τον κύριο αστικό ιστό της πόλης εντός των παραπάνω ορίων και αφορούν σε χρήσεις κατοίκησης. Μεταξύ αυτών εντοπίζεται μια χωρική εξειδίκευση δρόμων γειτονιάς, αυτή των παρόδων, στις γειτονιές των μικρασιατών. Πρόκειται για πλακόστρωτους, στενούς δρόμους στους οποίους “βλέπουν” απευθείας οι είσοδοι των κατοικιών, χωρίς την μεσολάβηση πεζοδρομίου.
Διάσπαρτα μες την πόλη της Ελευσίνας εντοπίζονται πλατείες και χώροι εκτόνωσης, μικροί σε κλίμακα και προοριζόμενοι για την συνάντηση των κατοίκων όλων των ηλικιών και για το παιχνίδι των νεότερων. Αν και η πυκνότητα των χώρων αυτών φαίνεται να είναι εντονότερη πλησίον του αρχαιολογικού χώρου, όπου βρίσκεται ο πεζόδρομος Νικολαΐδου και οι περισσότερες λειτουργίες αναψυχής, δεν σχηματίζουν ικανοποιητικό δίκτυο πρασίνου για την κλίμακα της πόλης.
Μέσα από μια διαδικασία έρευνας, συλλογής και χαρτογράφησης των παραπάνω στοιχείων της Ελευσίνας, αποδεικνύεται πως η πόλη της Ελευσίνας έχει έντονο χαρακτήρα κοινότητας, με πολλαπλές κλίμακες (από αυτή του πολιτισμού, του εμπορίου, της αναψυχής έως αυτή της κατοικίας και της γειτονιάς). Η πόλη είναι μία συνεκτική οικιστική ενότητα, με πληθυσμό ετερόκλητων καταγωγών, την οποία περιβάλλουν υπολείπουσες βιομηχανικές εγκαταστάσεις και αυξανόμενα σε αριθμό διακομιστικά κέντρα και αποθήκες (logistics), γεγονός που αντιτίθεται στην εν γένει μικρή κλίμακα της πόλης.
Η ειδικότερη κατανόηση των ζητημάτων της πόλης και αυτών που τελικά συγκροτούν την συνθετική παρέμβαση στο ιδιαίτερο αστικό περιβάλλον της Ελευσίνας διαμορφώνεται μέσα από διάλογο με τους ίδιους τους κατοίκους. Τόσο, δηλαδή, μέσω αυθόρμητης και ανεπίσημης επικοινωνίας όσο και μέσα από οργανωμένα συμμετοχικά εργαστήρια συζήτησης και παρουσιάσεων που έγιναν στο πλαίσιο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας Ευρώπης ΠΠΕ 2023 (Care for Cultural wellbeingAgora, Craftingfutures). Η επικρατούσα άποψη των Ελευσίνιων ότι υπάρχει έλλειψη ενός μεγάλου αστικού χώρου πρασίνου και εκτόνωσης μητροπολιτικής εμβέλειας, πως ευνοείται η ιδιωτικοποίηση και η αλλοίωση ανενεργών βιομηχανικών κελυφών ιδιαίτερης σημασίας για την ιστορία της πόλης, και πως η πρόσβαση στο παραλιακό μέτωπο και τη θάλασσα δεν αποτελεί δημόσιο αγαθό για τους κατοίκους της πόλης, διαμορφώνουν τις σχεδιαστικές προθέσεις. Επιλέγεται, συνεπώς, η παρέμβαση να γίνει σε πρώην βιομηχανικό χώρο, ώστε αφενός να αξιοποιηθούν υπάρχοντα κελύφη και αφετέρου να αποφευχθεί η κάλυψη των ελάχιστων ελεύθερων χώρων της πόλης. Το ενδιαφέρον, λοιπόν, στρέφεται προς πρακτικές επανάχρησης όπως στην περίπτωση μετατροπής του Παλαιού Ελαιουργείου και του Παλαιού Δημαρχείου σε πολιτιστικούς χώρους, της πρώην βιομηχανίας χρωμάτων ΙΡΙΣ σε εκθεσιακό χώρο και η πρόθεση επαναλειτουργίας του “σινέΕλευσίς”. Τα παραπάνω λαμβάνονται ως έμπρακτες προθέσεις των κατοίκων της Ελευσίνας για επανάκτηση των “νεκρών μνημείων” της πόλης.
ΑΝΕΡΓΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ‘ΚΡΟΝΟΣ’
Το σημαντικότερο ίσως βιομηχανικό μνημείο της πόλης της Ελευσίνας, στο οποίο φαίνεται να συγκλίνουν τα ζητήματα αξιοποίησης του παραλιακού μετώπου, διάσωσης της βιομηχανικής κληρονομιάς και απόδοσης δημόσιου χώρου και χώρου εκτόνωσης των κατοίκων αποτελεί το πρώην εργοστάσιο οινοπνευματωδών ΚΡΟΝΟΣ. Μια ανενεργή έκταση περίπου 36 στρεμμάτων στο νότιο ανατολικό άκρο της πόλης, ένας νεκρός χώρος που φιλοξενεί δύο διατηρητέα βιομηχανικά κτίρια και που αφήνεται σε εγκατάλειψη. Το ΚΡΟΝΟΣ, με χρονολογίες λειτουργίας μεταξύ του 1923 και του 1986, ανήκει στην β΄φάση εκβιομηχάνισης της Ελευσίνας και μαζί με το ΤΙΤΑΝ, αποτελούν την αφετηρία και το πέρας της παραλιακής οδού της πόλης και ορίζουν τα οπτικά όρια της παραθαλάσσιας περιπατητικής οδού.
Μορφολογικά θεωρείται ιδιαίτερο δείγμα μεσοπολεμικής αρχιτεκτονικής βιομηχανικών κτιρίων. Σχεδιασμένο από τον αρχιτέκτονα Παναγιώτη Ζίζιλα και τους πολιτικούς μηχανικούς Παύλο Σαντορίνη και Αλέξανδρο Ζαχαρίου, αποτελεί ένα από τα πρώτα βιομηχανικά συγκροτήματα μεγάλων διαστάσεων όπου εντοπίζεται τόσο εκτεταμένα η χρήση του οπλισμένου σκυροδέματος, με εφαρμοσμένες σημαντικές στατικές καινοτομίες. . Η παρήγαγε κυρίως καθαρό και φωτιστικό οινόπνευμα, ενώ αργότερα παρήγαγε επιπλέον οινοπνευματώδη ποτά, μελάσα, δεψικά εκχυλίσματα για την βυρσοδεψία και στέγαζε την επεξεργασία του χαρουπιού για την παραγωγή φωτογραφικού φιλμ. Εκτός από την σχεδόν αποκλειστική του χρήση ως βιομηχανίας, έχει επίσης φιλοξενήσει χρήσεις κατοικίας των στελεχών της διοίκησης και παράρτημα του Γενικού Χημείου του Κράτους για μικρό διάστημα.
Με σημείο εστίασης το συγκρότημα της πρώην βιομηχανίας ΚΡΟΝΟΣ, επιχειρείται μια δευτέρου βαθμού ανάλυση, αυτή των γύρω περιοχών και της σχέσης του συγκροτήματος με αυτές. Η αναγνώριση των λειτουργιών και των δράσεων γειτονιάς που επηρεάζουν και αφορούν το υπό μελέτη κομμάτι πόλης, γίνεται εντός μιας ακτίνας ενός χιλιομέτρου, μιας ευχάριστης δηλαδή απόστασης να διανύει κανείς με τα πόδια. Εντός της ακτίνας αυτής που κέντρο έχει το ΚΡΟΝΟΣ επικρατούσα χρήση γης είναι αυτή της γενικής κατοικίας. Δευτερευόντως, εντοπίζονται σχολεία, πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και παιδικοί σταθμοί, ενώ δύο μεγάλα δημοτικά αθλητικά κέντρα (Γυμναστικός – Αθλητικός Σύλλογος «Ελευσίς» και Δημοτικό Γήπεδο Ποδοσφαίρου «Γιώργος Ρουμελιώτης», πιο κοντά στο ΚΡΟΝΟΣ) βρίσκονται εντός της ίδια ακτίνας. Η γειτονιά περιλαμβάνει επίσης σημαντικό αριθμό πάρκων, πλατειών και παιδικών χαρών, συμπεριλαμβανομένων των δημοτικών χώρων εκτόνωσης και αναψυχής, που βρίσκονται αφενός στην κατάληξη του πεζοδρόμου της Νικολαΐδου και αφετέρου μπροστά από το ΚΡΟΝΟΣ. Εντοπίζονται τέλος πολιτιστικές και κοινωνικές δομές εντός της ακτίνας, με κυριότερες εκείνες του Ν.Π.Δ.Δ. Πολιτισμού, Αθλητισμού Κοινωνικής Πολιτικής και Προσχολικής Αγωγής της Ελευσίνας (Π.Α.ΚΠ.Κ.ΠΑ) και των Κέντρων Ανοιχτής Προστασίας Ηλικιωμένων (Κ.Α.Π.Η.), ενώ αντίστοιχα, ο χώρος της πρώην βιομηχανίας ΙΡΙΣ, ήδη από τα μέσα του 2023 λειτουργεί ως χώρος εκθέσεων.
Στα πιο στενά όρια του συγκροτήματος συναντώνται τόσο χρήσεις αθλητισμού, πολιτισμού, αναψυχής, εμπορίου όσο και κατοικίας. Το σχεδιασμένο γραμμικό πάρκο αναψυχής μπροστά από το ΚΡΟΝΟΣ στη μεριά της θάλασσας, οι πέντε εργατικές κατοικίες που βλέπουν σε δρόμο με ποδηλατόδρομο στο δυτικό όριο του συγκροτήματος, ο σύλλογος Συμιακών, το Τμήμα Πυροσβεστικής στο βόρειο τμήμα, καθώς και ο Ναυταθλητικός Όμιλος Ελευσίνας στο ανατολικό όριο του συγκροτήματος διαμορφώνουν το άμεσο αστικό περιβάλλον στο οποίο εντάσσεται πλέον το εγκαταλελειμμένο βιομηχανικό συγκρότημα. Η προβλήτα του ΚΡΟΝΟΣ, δίπλα από τον Ναυταθλητικό Όμιλο Ελευσίνας λειτουργεί πλέον ως προβλήτα και χώρος φορτο-εκφορτώσεων, ενώ πλησίον του οικοπέδου, υπάρχει μικρό λιμανάκι ψαράδων, που μετατρέπεται σε ψαραγορά, ενώ λειτουργεί υπαίθρια λαϊκή αγορά στην γειτονιά Καλιμπακι, βόρεια του συγκροτήματος.
Το ίδιο το βιομηχανικό συγκρότημα ΚΡΟΝΟΣ χαρακτηρίζεται από την πολυμορφία των κτιρίων και των διαφορετικών τυπολογιών τους. Δύο από αυτά έχουν κηρυχθεί διατηρητέα από το 1991(ο πύργος του κεντρικού αποστακτηρίου και το κτίριο χημείου). Παρόλο που τα κελύφη του συγκροτήματος έχουν διατηρηθεί (αν και η φθορά τους σταδιακά γίνεται σημαντικότερη), αυτό έχει απογυμνωθεί από οποιοδήποτε μηχανολογικό εξοπλισμό και από μεταλλικά στοιχεία όπως οι δεξαμενές. Η ψηλή περίφραξη καθιστά αδύνατη την πρόσβαση στο συγκρότημα με αποτέλεσμα να αποτελεί ένα περίκλειστο και αδιάβατο σημείο της πόλης και του παραλιακού.
Η οργάνωση και χωροθέτηση των κελυφών εντός του συνόλου της πρώην βιομηχανικής εγκατάστασης ακολούθησε με τρόπο οργανικό την διαδικασία εισαγωγής πρώτων υλών, επεξεργασίας, παραγωγής και εξαγωγής του τελικού προϊόντος. Οι πρώτες ύλες κατέφθαναν από τη θάλασσα με πλοία που τις απέθεταν σε τεχνητή προβλήτα στα ανατολικά του συγκροτήματος και έπειτα φορτώνονταν σε μικρά, χειροκίνητα βαγονέτα που κινούνταν σε σύστημα σιδηροδρόμου (ίχνη των οποίων είναι εμφανή μέχρι και σήμερα). Στη συνέχεια, διανέμονταν στα κτίρια αποθηκών, ταξινομούνταν και μεταφέρονταν στα αποστακτήρια όπου και γινόταν και η επεξεργασίας τους, από τα οποία προέκυπταν παράγωγα που αποθηκεύονταν εξίσου, αναλόγως το είδος τους. Στο συγκρότημα υπήρχαν επίσης διάσπαρτες μεταλλικές δεξαμενές αποθήκευσης υλών, χώροι διοίκησης, χημεία, κατοικίες για τους βιομήχανους, ζυγιστήρια κοντά σε κάθε είσοδο του συγκροτήματος, κτίσματα επιστασίας και μηχανοστάσια, λεβητοστάσια ή άλλοι χώροι παροχής ενέργειας.
Σημαντικότερα σωζόμενα και διατηρητέα κελύφη αποτελούν αφενός το κεντρικό αποστακτήριο [Κ1] με τις χαρακτηριστικές όψεις εκλεκτικιστικού ρυθμού, με τα επιμήκη ανοίγματα με τοξωτές απολήξεις και την επίστεψη του με πολεμίστρες. Αφετέρου το κτίριο διοίκησης με το χημείο [Κ2] που έχει χαρακτηριστικά βίλας με αντίστοιχα τοξωτά ανοίγματα και απόληξη σε πολεμίστρες στο δώμα. Πέραν των διατηρητέων αυτών κτιρίων υπάρχουν διαφόρων ειδών δεξαμενές για την ζύμωση και την αποθήκευση των προϊόντων απόσταξης. Χαρακτηριστικότερες είναι οι δεξαμενές αποθήκευσης μελάσας [Κ3], η παρουσία των οποίων λόγω του μεγέθους και του κυλινδρικού τους σχήματος είναι έντονα εμφανής. Άλλου τύπου δεξαμενές ακολουθούν την οργάνωση περιμετρικά ενός περίκλειστου χώρου [Κ5], ενώ αυτός μπορεί να περιλαμβάνει και επιπρόσθετες μεταλλικές δεξαμενές στο εσωτερικό του [Κ6]. Αυτές είναι κατασκευασμένες από οπλισμένο σκυρόδεμα και έχουν κυλινδρικό σχήμα. Ένας ακόμα τύπος δεξαμενών είναι αυτός των ορθογωνικής κάτοψης μπετονένιων δεξαμενών που οργανώνονται γραμμικά σε παράταξη [Κ15-17]. Τα υπόλοιπα κτίσματα αφορούν σε χώρους αποθήκευσης ή και σε μηχανολογικούς χώρους . Είναι κατασκευασμένα από οπλισμένο σκυρόδεμα με πληρώσεις από οπτόπλινθους ή τσιμεντόλιθους [Κ4], είτε ακολουθούν την δομή των ευρωπαϊκού τύπου βιομηχανικών κτιρίων [Κ7-13, Κ18].
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ - ΣΥΝΘΕΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
Η στρατηγική της επανάχρησης του εν λόγω βιομηχανικού συγκροτήματος βασίζεται στο τρίπτυχο Χρόνος-Όριο-Χρήση. Στη διάκριση, δηλαδή, των φάσεων επανάχρησης του συγκροτήματος, δεδομένης της έκτασής του, την αναγνώριση διαφορετικών ποιοτήτων στις περιοχές εγγύτητας με το συγκρότημα ώστε τελικά να καθοριστούν δράσεις και οι λειτουργίες σε υπό-περιοχές ή ζώνες του συγκροτήματος.
Η πρώτη φάση επανάχρησης του ΚΡΟΝΟΣ, καθορίζεται από την κατεδάφιση των τοίχων περίφραξης, που στη σημερινή τους εικόνα καθιστούν το βιομηχανικό συγκρότημα απροσπέλαστο, επιτρέποντας αυτό να αποδοθεί ως ελεύθερος χώρος στην πόλη της Ελευσίνας. Η εγγύτητα του ΚΡΟΝΟΣ με τις εργατικές κατοικίες στα δυτικά του όρια και με δραστηριότητες αναψυχής του παραλιακού μετώπου στο νότιο όριο του, υποδεικνύει τη χωρική θέση των πιθανών χρήσεων στα υπάρχοντα κελύφη του συγκροτήματος ακολουθώντας μια λογική διάχυσης δράσεων από τον αστικό ιστό προς το εσωτερικό του συγκροτήματος.
Έτσι, συγκροτούνται οι δύο πρώτες βασικές ζώνες ομαδοποιημένων κελυφών με συνάφεια λειτουργιών. Δηλαδή, η ζώνη δημόσιων λειτουργιών και αυτή των ιδιωτικών. Στη δημόσια ζώνη λειτουργιών προβλέπονται δράσεις πολιτισμού, με χώρους εκθέσεων, παραστάσεων, προβών, καθώς και μια βιβλιοθήκη – αναγνωστήριο και αναψυκτήριο. Οι δράσεις αυτές πλαισιώνουν το δημόσιο κομμάτι του συγκροτήματος που βρίσκεται σε άμεση επαφή με το παραλιακό μέτωπο. Αντίστοιχα, διαμορφώνεται η ιδιωτική ζώνη με κατοικίες και χώρους συνάθροισης των κατοίκων για συνελεύσεις , παιχνίδι, φαγητό.
Σε δεύτερη φάση, αναγνωρίζονται τα ‘κενά’ των εγκεκριμένων πολεοδομικών μελετών ρυμοτόμησης του οικοπέδου, που προτείνουν τον τεμαχισμό του και την εισαγωγή αυτοκινητοδρόμου με συνεπακόλουθη την κατεδάφιση αρκετών κτισμάτων και αλλοίωση της εικόνας του ως συνεκτικού συνόλου βιομηχανικών κελυφών. Ωστόσο, οι προτεινόμενες χρήσεις εκπαίδευσης, αθλητισμού και η διαμόρφωση περιοχών πρασίνου που προβλέπονται από το πολεοδομικό σχέδιο για την περιοχή της γειτονιάς στη βόρεια πλευρά του συγκροτήματος, θεωρείται ότι μπορούν να καθορίσουν συγγενικές χρήσεις εντός του οικοπέδου του ΚΡΟΝΟΣ, αποσκοπώντας στην ομαλή ένταξη του στη ζωή της γειτονιάς.
Έτσι, στη δεύτερη φάση, οι λειτουργίες που καθορίζονται στη βόρεια πλευρά του συγκροτήματος αφορούν στις κοινοτικές δράσεις και αποσκοπούν στην ενίσχυση της καθημερινής ζωής των κατοίκων της πόλης. Προβλέπονται δηλαδή εργαστήρια δημιουργικής απασχόλησης και χειροτεχνιών, αστικές καλλιέργειες σε συνεργασία με υπαίθρια λαϊκή αγορά και υπαίθρια πωλητήρια, σχετιζόμενα με τις δραστηριότητες των κατοίκων της γειτονιάς και των τοπικών τεχνών (υφαντά, κεραμικά).
Σε άμεση σχέση με τις δημόσιες και τις κοινοτικές λειτουργίες προβλέπεται γυμναστήριο με λουτρά αποθεραπείας των ευαίσθητων ηλικιακών ομάδων της γειτονιάς,ενώ αντίστοιχα, ανάμεσα στις ιδιωτικές και τις κοινοτικές λειτουργίες προβλέπονται κατοικίες για καλλιτέχνες ή ομάδες καλλιτεχνών που δρουν για περιορισμένο χρονικό διάστημα σε τοπικό επίπεδο για παραστάσεις, μελέτες, εκθέσεις.
Η τρίτη και τελευταία φάση επανάχρησης, αποτελεί ένα σενάριο εκτόνωσης των δράσεων του συγκροτήματος προς τον αστικό ιστό και κυρίως το παραλιακό μέτωπο. Η εκτόνωση αυτή γίνεται με σκοπό τη σύνδεση του με την πρώην προβλήτα του ΚΡΟΝΟΣ, χωρικό σκέλος που ούτως άλλως λειτουργούσε συμπληρωματικά με τη βιομηχανία, και την δημιουργία μιας μελλοντικής πορείας αναψυχής κατά μήκος του παραλιακού μετώπου της πόλης. Έτσι, η συνολική εικόνα της λειτουργίας του συγκροτήματος μπορεί να θέσει την αρχή (ή το τέλος) ενός πολιτιστικού περιπάτου, μιας παραθαλάσσιας διαδρομής που διασχίζει ολόκληρο το παράκτιο μέτωπο της Ελευσίνας και ενοποιεί πολιτιστικούς χώρους και βιομηχανικά κελύφη όπως το Παλαιό Ελαιουργείο, το ΤΙΤΑΝ, το ΙΡΙΣ και το ΚΡΟΝΟΣ.
Τα στάδια που ακολουθεί η σχεδιαστική-συνθετική διαδικασία επέμβασης στο συγκρότημα ΚΡΟΝΟΣ βασίζονται στην παραπάνω διαδικασία οργάνωσης και χειρισμού του προγράμματος σε φάσεις (phasage).Η διαχείριση των ορίων μεταξύ των ζωνών χρήσεων, όπως οργανώθηκαν, υλοποιείται με χάραξη νέων αξόνων κίνησης που ενοποιούν το συγκρότημα ταυτόχρονα με τη γειτονιά και με τη θάλασσα. Πρόκειται για τις προεκτάσεις των οδών Μελετίου Ηλιάδη και επισμηναγού Νίκου Νέζη σε πεζόδρομους εντός στο συγκρότημα. Οι άξονες αυτοί διαμορφώνουν τις νέες εισόδους στο συγκρότημα, που μαζί με τις υπάρχουσες οργανώνουν την διασύνδεσή του με την πόλη.
Στον ενδιάμεσο χώρο, τον χώρο μεταξύ των κελυφών και των αξόνων, προβλέπονται χώροι στάσης και πλατώματα προσαρμοσμένα στις υπολειπόμενες γεωμετρίες του εδάφους, με σημαντικότερη τη διαμόρφωση της “πλατείας του Κρόνος”, μπροστά από το διατηρητέο κτήριο αποστακτηρίου στη ζώνη δημόσιων δράσεων του συγκροτήματος. Στις λοιπές επιφάνειες του εδάφους προβλέπονται χώροι οργανωμένου πρασίνου, παιδική χαρά, υπαίθριες αθλητικές εγκαταστάσεις, καλλιεργήσιμες επιφάνειες εδάφους και υπαίθριες αγορές.
Απαραίτητη σχεδιαστική διαδικασία αποτελεί η αφαίρεση-κατεδάφιση κελυφών ή τμημάτων των κελυφών (στεγάσεις, πληρώσεις). Η στρατηγική που ακολουθείται μεριμνά αφενός στο να διατηρηθούν το δυνατόν περισσότερα κελύφη, για λόγους ελαχιστοποίησης των απορριμμάτων και διατήρησης της εικόνας και της μνήμης του ΚΡΟΝΟΣ ως συγκροτήματος κτιρίων και όχι ως μεμονωμένων διατηρητέων κτισμάτων, και αφετέρου στην λειτουργική προσαρμογή του συνόλου των κελυφών σε ένα νέο πρόγραμμα δράσεων και στην κλίμακα του ανθρώπου.
Μετά από τις απαραίτητες αφαιρέσεις των στοιχείων που κρίνονται προβληματικά για τους λόγους που αναφέρθηκαν παραπάνω, επιχειρούνται εκ νέου προσθήκες. Αρχικώς, καλύπτονται οι εκτεθειμένες οροφές, και προστίθενται κατάλληλες πληρώσεις ώστε να εξυπηρετούνται οι νέες λειτουργίες και να αναδεικνύονται τα ιδιαίτερα μορφολογικά στοιχεία κάθε κελύφους (Μυκητοειδή υποστυλώματα, οπτοπλινθοδομές, λιθοδομές, διρηκτες κεραμοσκεπείς στέγες). Στη συνέχεια, προβλέπονται επιπρόσθετα, ενοποιητικά στοιχεία κίνησης, στάσης και σκίασης.
Συνοπτικά, Στο σύνολο της έκτασης του βιομηχανικού συγκροτήματος, δηλαδή, οι βασικές οργανωτικές χαράξεις είναι δύο, σε διαφορετική στάθμη, τεμνόμενοι άξονες συρραφής του συγκροτήματος με την πόλη και με τη θάλασσα. Αφενός, μια επίγεια περιπατητική διαμόρφωση που επιτρέπει την κίνηση των πεζών και την πρόσβαση της γειτονιάς στη θάλασσα, προσαρμοσμένη ανάμεσα στα κελύφη του συγκροτήματος. Αφετέρου μια υπερυψωμένη περιπατητική πορεία, νοηματοδοτημένη ως στοιχείο συρραφής του συγκροτήματος με την προβλήτα του ΚΡΟΝΟΣ, που διαπερνά και ενοποιεί τα πολιτιστικά κτίρια. Διασυνδέει δηλαδή το δώμα του κεντρικού κτηρίου εκθέσεων με αυτό των πολιτιστικών συλλόγων, ενώ επεκτεινόμενη προς την προβλήτα, ολοκληρώνει την πορεία ενός ευρύτερου παραλιακού περιπάτου στην Ελευσίνα.
Η μεγαλύτερη αξία και έμφαση ανάμεσα στους χειρισμούς επέμβασης στα κελύφη δίνεται στο κεντρικό κτήριο αποστακτηρίου. Η κεντρική του θέση στο σύνολο, η κλίμακα του καθώς και η ιδιαίτερη μορφολογική αξία των όψεων του, το καθιστούν σημείο αναφοράς της σύνθεσης, του προγράμματος και συνολικά του συγκροτήματος. Προβλέπεται να λειτουργεί ως χώρος στεγασμένων και υπαίθριων (στο δώμα) εκθέσεων με πολυχώρο παραστάσεων και τους ανάλογους βοηθητικούς χώρους. Κρίσιμος θεωρείται ο χειρισμός των κατακόρυφων κινήσεων διασύνδεσης των στάθμεων για την νέα χρήση “κατοίκηση’ του χώρου από ανθρώπους και την πρόσβαση στο δώμα του πύργου.
Γειτονικά του κεντρικού κτηρίου εκθέσεων και παραστάσεων οι παλιές δεξαμενές αποθήκευσης μελάσας προβλέπονται να λειτουργούν ως χώροι προβών για τους διαφορετικούς πολιτιστικούς συλλόγους της Ελευσίνας. Έτσι, στεγάζονται ο σύλλογος δραματικών τεχνών και θεάτρου, ο σύλλογος παραδοσιακών χορών, ο μουσικός και τέλος ο χορευτικός σύλλογος. Άτυπες, αυθόρμητες παραστάσεις μπορούν να λαμβάνουν χώρα στον ενδιάμεσο των κυκλικών δεξαμενών χώρο για τον οποίο προβλέπεται εκ νέου οροφή σκίασης.
Λόγω της κατασκευής και της μορφολογίας του, το κτιρίου σε εγγύτητα με τον παραλιακό δρόμο, τις δημόσιες δράσεις του συγκροτήματος και στην προέκταση της οδού Νίκου Νέζη που οδηγεί στην λαϊκή αγορά της πλησιέστερες γειτονιάς, αντιμετωπίζεται ως ένας πυκνά υπόστυλος χώρος στεγασμένης αγοράς προϊόντων και τροφίμων.
Από την πλευρά των εργατικών κατοικιών, τα κτίρια των παλαιών αποθηκών ανά-σχεδιάζονται ώστε να παραλάβουν ένθετες μεταλλικές κατασκευές υποδιαίρεσης του χώρου σε βιώσιμες διαστάσεις κατοικίας. Προκύπτουν λοιπόν ‘μπαταρίες’ κοινωνικών κατοικιών με ενδιάμεσα περάσματα αντίστοιχα με την τυπολογία των παρόδων στις μικρασιατικές συνοικίες της Ελευσίνας. Προσδιορίζοντας το επιθυμητό μοντέλο κατοικίας γίνεται προσπάθεια συμπερίληψης διαφορετικών ηλικιών ακολουθώντας την αρχή διαγενεακού χαρακτήρα κατοικίας με κοινόχρηστους χώρους συμμετοχικών δράσεων και επαφής των ηλικιωμένων με τα παιδιά και τους νέους.
Στη ζώνη των παραπάνω αυτών κτιρίων κελυφών σημαντική εποπτική αξία λαμβάνει η επιπρόσθετη μεταλλική υπερυψωμένη πορεία διασύνδεσης των δωμάτων. Πρόκειται για την χειρονομία διασύνδεσης των πολιτιστικών λειτουργιών και αποκάλυψης διαφορετικών σημείων θέασης προς τα υπαίθρια σημεία του συγκροτήματος, το Θριάσιο Πεδίο, τον κόλπο της Ελευσίνας, το παραλιακό μέτωπο, τον αρχαιολογικό χώρο και τη Σαλαμίνα. Για να εξυπηρετούνται αυτές οι θεάσεις κατά την κίνηση πάνω στην πορεία αυτή πέραν από τα δώματα των κτιρίων διαμορφώνονται στάσεις, προστατευμένα από τον ήλιο διευρυμένα δηλαδή πλατώματα στην κίνηση. Η κατάληξη της πορείας αυτής γίνεται στην προβλήτα ΚΡΟΝΟΥ ως χειρονομία νοηματοδότησης της συρραφής του συγκροτήματος με το τέλος της παραλιακής περατζάδας της πόλης
Ο τρόπος που η υπερυψωμένη πορεία ως οργανωτικό στοιχείο του συνόλου επικοινωνεί με το έδαφος γίνεται μέσω κλιμακοστασίων σε σχέση συμπλήρωσης, επαφής ή απόστασης από τα υφιστάμενα κελύφη. Πιο συγκεκριμένα το κεντρικό κτίριο εκθέσεων παραλαμβάνει το κλιμακοστάσιο στο τμήμα του κτιρίου χωρίς οροφή (συμπλήρωση). Ο νεότερος πύργος αποστακτηρίου μετατρέπεται σε κλιμακοστάσιο εξ ολοκλήρου με την επικόλληση κλιμακοστασίων (επαφή). Τέλος, το κλιμακοστάσιο στο κτίριο πολιτιστικών συλλόγων (δεξαμενές μελάσας) βρίσκεται σε απόσταση από αυτό και επικοινωνεί μόνο σημειακά με το δώματα του.