Διπλωματική Εργασία: (Ουδ)έτερος τόπος | καλλιεργώντας τη
συνάντηση
Φοιτήτρια: Άννα Μαρία Μιχαήλ
Επιβλέπουσα Καθηγήτρια: Ίρις Λυκουριώτη
Αρχιτεκτονική Σχολή Πανεπιστημίου Θεσσαλίας | Φεβρουάριος 2018
Η διπλωματική
εργασία ξεκινάει με μία ερμηνεία της Κύπρου, ως 3 ξεχωριστά τμήματα και ο
Πεδιαίος Ποταμός να αποτελεί μία φυσική χωρική συρραφή, συγκρατώντας τα
3 επιμέρους τμήματα μαζί. Τα 3 τμήματα αφορούν την Νότια Πλευρά) τη
Βόρεια Πλευράκαι τη Νεκρή Ζώνη.
Ο Πεδιαίος (Πηθκιάς ή Πηδιάς στην Κυπριακή
διάλεκτο, και Τουρκικά: Kan- lı Dere) είναι ο μεγαλύτερος ποταμός - χείμαρρος της
Κύπρου. διασχίζει τη Λευκωσία κι έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη
της πόλης και στην επιλογή της σημερινής διαχωριστικής γραμμής.
Η ερμηνεία του ως ένα φυσικό στοιχείο ενότητας του
νησιού, αποτέλεσε την αφορμή και σημείο εκκίνησης μίας έρευνας και
τελικά σχεδιαστικής πρότασης. Ο ποταμός ως μία ενιαία οντότητα,
διασχίζει τις τρεις διαφορετικά διαχειριζόμενες περιοχές του νησιού, που
μπορούν να ιδωθούν ως επιμέρους οντότητες. Οι περιοχές είναι η Νότια
πλευρά της Κυπριακής Δημοκρατίας, που χαρακτηρίζεται ως Ελληνοκυπριακή, η
Βόρεια πλευρά, που χαρακτηρίζεται ως Τουρκοκυπριακή ή και ψευδοκράτος, και
η ενδιάμεση διαχωριστική ζώνη, Νεκρή ζώνη που ελέγχεται από τις
δυνάμεις του Ο.Η.Ε. Την ερμηνεία του Πεδιαίου ποταμού ως ένα σημείο
χωρικής συρραφής, θέλησα να την ενισχύσω τόσο χωρικά όσο και κοινωνικά.
Η κοινωνική συρραφή όμως αποτέλεσε ένα πολύ μεγάλο ερώτημα, καθώς
πρόκειται για μία κατάσταση καθοδηγούμενη όχι μόνο από εγχώριες αλλά
και εξωγενής πολιτικές, και για ένα διχασμό ο οποίος πηγάζει από πολύ
βαθιά στην ιστορία του νησιού, και παράχθηκε με πολύπλοκες
διαδικασίες. Γι αυτό το λόγο κρίνεται
και απαραίτητη μία σύντομη αναφορά, στα
στοιχεία και τα γεγονότα που οδήγησαν κι ευθύνονται για τη σημερινή κατάσταση
του νησιού.
Το κυπριακό έδαφος διαχειρίζονται σήμερα τέσσερις
διαφορετικές αρχές καθώς διαχωρίζεται στις ελεύθερες και κατεχόμενες περιοχές, στη Νεκρή Ζώνη και στις
βρετανικές βάσεις. Στα γεωγραφικά της όρια οφείλεται η πολύπλοκη
ιστορία, με μία σειρά διαφορετικών κατακτητών να διαδέχεται ο ένας τον
άλλον, κι ήταν ζωτικής σημασίας για τη διαμόρφωση της πολιτικοκοινωνικής
κατάστασης του νησιού Η σύγχρονη εθνοτική κατανομή στην Κύπρο, που
εκδηλώνεται με τη σύγκρουση μεταξύ δύο εθνικοτήτων,το πολιτικό αδιέξοδο
και η διχοτόμηση, γεγονότα που εξελίχθηκαν
σταδιακά μέσα σε έναν αιώνα.Το «Κυπριακό πρόβλημα», όπως το
καταλαβαίνουμε σήμερα, προέκυψε από τη σύγκρουση μεταξύ των δύο
εθνικισμών. Η βρετανική αποικιοκρατική πολιτική καθόρισε την αρένα για
την αντιπαράθεση αντιφατικών συμφερόντων μεταξύ των «Τούρκων» και των
«Ελλήνων» και παρείχε τα ψυχολογικά εργαλεία για την αναθεώρηση της ιστορίας τους και την οικοδόμηση
νέων ταυτοτήτων. Η συνύπαρξη αυτών των παραγόντων σταδιακά πολώθηκε και
διαχώρισε τις δύο κοινότητες και δημιούργησε τις απαιτούμενες
προϋποθέσεις για την εμφάνιση νέων εθνοτικών ταυτοτήτων , μη
επιτρέποντας στον πληθυσμό του νησιού να αναπτύξει μία συλλογική
κυπριακή ταυτότητα.
Η ανεξαρτησία του 1960, που ουσιαστικά επιβλήθηκε στους
Κύπριους από τη Βρετανία, την Ελλάδα και την Τουρκία, ήταν ασφαλώς μια
ανορθόδοξη λύση στο πρόβλημα. Παρά το γεγονός ότι η ανεξαρτησία έγινε
ένας τρόπος ζωής, ,η ενωση συνέχισε να είναι ο κυρίαρχος ελληνοκυπριακός
ιδεολογικός προσανατολισμός από το 1960 μέχρι το 1974. Σε συνδυασμό με τον
τουρκοκυπριακό εθνικιστικό εξτρεμισμό, καθώς και με την ξένη παρέμβαση, ο
ελληνοκυπριακός εθνικισμός τροφοδότησε διακοινοτικές συγκρούσεις.
Η Τουρκία, με αφορμή το πραξικόπημα της Χούντας, και
τη διασφάλιση των δικαιωμάτων και της ασφάλειας των Τουρκοκυπρίων, ως
εγγυήτρια δύναμη, εισβάλλει στην Κυπριακή Δημοκρατία καταλαμβάνοντας το
37% του κυπριακού εδάφους, και οριστικοποιόντας ουσιαστικά την ύπαρξη της
νεκρής ζώνης και το διαχωρισμό των δύο πλευρών. Στις 15 Νοεμβρίου 1983, ο Τ/Κ
ηγέτης Ραούφ Ντενκτάς ανακηρύσσει το υπό κατοχή έδαφος σε «ανεξάρτητο
κράτος»,και δημιουργείται η «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου» . Η
Νεκρή Ζώνη της Λευκωσίας ακολουθεί πορέια, που αντιστοιχεί στην αρχική
πορεία του Πεδιαίου Ποταμού, στον
άξονα δηλαδή της Οδού Ερμού, τον πιο
εμπορικό δρόμο της πόλης μέχρι το 1974, όπου και οι δύο κοινότητες
συνυπήρχαν και δραστηριοποιούνταν.
Η περισκόπηση στη πολιτικοκοινωνική κατάσταση της Κύπρου,
με έμφαση στο διαχωρισμό των δύο κοινοτήτων, έδωσε τα στοιχεία και τις
βάσεις για το πέρασμα στη κοινωνική συρραφή. Εστιάζοντας στον πυρήνα των
διαφορών τους, στις διαφορετικές ιστορίες, διαφορετικές αλήθειες και
πραγματικότητες των δύο πλευρών, δημιουργήθηκε η ιδέα του σχολείου, μία
έννοια που ερμηνεύθηκε πολύ ελεύθερα και αφαιρετικά, χωρίς τις
δεσμεύσεις των συμβατικών προτύπων.
Για να μπορέσει να βρεθεί και να δημιουργηθεί το
πρόγραμμα αυτού του σχολείου, ακολούθησε έρευνα για την εκπαίδευση συγκεκριμένα
και πως αυτή μπορεί να αποτελέσει τον συνδετικό κρίκο, και τη μετάβαση
από τη χωρική συρραφή στη κοινωνική. Η εκπαίδευση ως πολιτική πράξη,
μπορεί να γεφυρώσει και να καλλιεργήσει το έδαφος για τη συνύπαρξη και τη
συνεργασία. Συγκεκριμένα, μελετήθηκαν υπάρχον πειραματικά εκπαιδευτικά
συστήματα ( Montessori, Waldorf, σχολείο Summerhill), και παιδαγωγικές ιδέες (Paulo Freire, Εl Sistema), ώστε να βρεθούν
εκείνα τα στοιχεία που τα ξεχωρίζουν, οι βασικές ιδέες και πως αυτές
μεταφέρονται μέσω των λειτουργικών χαρακτηριστικών, πως εφαρμόζονται και ποια
αποτελέσματα έχουν, ώστε να αποτελέσουν τη βάση για τη δημιουργία του νέου
προγράμματος, που θα φέρει τα ιδιαίτερα στοιχεία για τη συγκεκριμένη κατάσταση.
Το σχολείο πρόκειται για σχολείο δημοτικής εκπαίδευσης,
και απευθύνεται σε άτομα και των δύο κοινοτήτων (ε/κ, τ/κ) , χωρίς όμως
να περιορίζεται σ ‘αυτά. Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα βασίζεται στις αρχές
πλουραλισμου, μία ιδεαλιστική αντίληψη σύμφωνα με την οποία ο ολοκληρος
κόσμος αποτελείται από ανεξάρτητες οντότητες. Ο σκοπός αυτής της
προσέγγισης είναι να καλλιεργηθούν οι έννοιες της συνύπαρξης,
συνεργασίας, αποδοχής και ισότητας. Η
ελευθερία είναι επίσης μία βασική αρχή λειτουργίας. Δίνοντας την
επιτρεπόμενη ελευθερία στο μαθητή, όπως ο Neill, ήδη εφάρμοσε
στο Summerhill, του δίνεται η ευκαιρία να
αναπτύξει αυθόρμητα τα ενδιαφέροντα του, και ως εκ τούτου το ενδιαφέρον
για τη μάθηση, όπως ο ίδιος το ορίζει. Η ελευθερία, αναπτύσσει επίσης το
αίσθημα της υπευθυνότητας, καθώς οι επιλογές καθορίζονται από το ίδιο το
άτομο, και δεν του επιβάλλονται.
Για τη σχεδιαστική λύση, λαμβάνοντας υπόψη τις
συγκεκριμένες πολιτικές και κοινωνικές ιδιότητες, και το πρόγραμμα που
δημιουργήθηκε επιλέχθηκε ως βασικό στοιχείο η κτιριολογική πρόταση να μην
αφορά μία μονάδα κτιρίου. Ως εκ τούτου, σχεδιάστηκαν επιμέρους μονάδες/
φούσκες, όπου Η κάθε μονάδα λειτουργεί διαφορετικά από την άλλη, καθώς
καμία δεν είναι ίδια, και μαζί δημιουργούν ένα ολοκληρωμένο σύνολο. Η
επιλογή αυτή βασίστηκε επίσης στις αρχές του προγράμματος, όπως αυτές
έχουν προαναφερθεί. Ο σχεδιασμός αντανακλά τα στοιχεία αυτά ώστε να
γίνονται αναπόσπαστο κομμάτι του συνόλου. Οι κτιριακές μονάδες
βρίσκονται σε άμεση επαφή με το πράσινο και τη φύση της περιοχής του
Πεδιαίου ποταμού και σε μία ικανοποιητική απόσταση από στοιχεία της
πόλης, όπως δρόμοι, αυτοκίνητα κτλ. Οι επιμέρους μονάδες, ενώνονται
σχηματικά με ένα ενιαίο στέγαστρο, δημιουργώντας ένα “δαχτυλίδι” το
οποίο επιτρέπει και διαμορφώνει και τις μεταξύ τους συναντήσεις. Ο κύκλος,
σαν σχήμα και σαν κίνηση,περιέχει την έννοια , οτι πάντα “θα επιστρέφεουν
στο σημείο που φέυγουν”. ‘Οπως δηλαδή και το πρόγραμμα παρέχει στους
μαθητές την επιλογή να πράξουν ελεύθερα, με την πεποίθηση, οτι-
βρισκόμενοι στο κύκλο-θα επιστρέψουν στη μάθηση.
Βασικό στοιχείο στην εκπαίδευση αποτελεί ο ρόλος του
δασκάλου, ο οποίος δεν εκπροσωπεί μία αυθεντία γνώσεων. Ως εκπρόσωποι
των αρχών, οι εκπαιδευτικοί έχουν την εξουσία να καθορίζουν την αλήθεια,
και είναι ένα βασικό στοιχείο στην ιδεολογική αναπαραγωγή της εθνικής
ταυτότητας και της μονολογικής ανάγνωσης της. Ιδανικά, στο συγκεκριμένο
πρόγραμμα Πρόκειται για ένα μοντέλο πρότυπο, το οποίο πρέπει να εκπνέει
εμπιστοσύνη, και να ενθαρρύνει την ανεξάρτητη σκέψη και την επεξηγηματική
συζήτηση.
Η παρακολούθηση των μαθημάτων δεν θα είναι υποχρεωτική, αλλά το κάθε άτομο θα μπορεί να επιλέξει πως να δομήσει τη μέρα του, και θα είναι υπεύθυνο για τις δικές του αποφάσεις. Ως εκ τούτου η κίνηση σε όλους τους χώρους θα είναι ελεύθερη, όλες τις ώρες. Εκτός από το να αναλαμβάνουν τον έλεγχο του χρόνου τους, οι μαθητές μπορούν να συμμετάσχουν στην αυτοδιοικούμενη κοινότητα του σχολείου,που Εκτός του λειτουργικού χαρακτήρα, έχουν σκοπό να μεταφέρουν το αίσθημα, ότι πρόκειται για μία κοινωνική ομάδα «οικογένειας», όπου τα μέλη- μαθητές και δάσκαλοι- αποκτούν μία οικειότητα γνωρίζοντας ο ένας τον άλλον βαθιά και πορεύονται μαζί.
Η παρακολούθηση των μαθημάτων δεν θα είναι υποχρεωτική, αλλά το κάθε άτομο θα μπορεί να επιλέξει πως να δομήσει τη μέρα του, και θα είναι υπεύθυνο για τις δικές του αποφάσεις. Ως εκ τούτου η κίνηση σε όλους τους χώρους θα είναι ελεύθερη, όλες τις ώρες. Εκτός από το να αναλαμβάνουν τον έλεγχο του χρόνου τους, οι μαθητές μπορούν να συμμετάσχουν στην αυτοδιοικούμενη κοινότητα του σχολείου,που Εκτός του λειτουργικού χαρακτήρα, έχουν σκοπό να μεταφέρουν το αίσθημα, ότι πρόκειται για μία κοινωνική ομάδα «οικογένειας», όπου τα μέλη- μαθητές και δάσκαλοι- αποκτούν μία οικειότητα γνωρίζοντας ο ένας τον άλλον βαθιά και πορεύονται μαζί.
Η βασική διαδρομή η οποία εκτείνεται και στις 2
πλευρές, ξεκινάει από 2 διαφορετικά σημεία, όπου σταματάει η κίνηση
μηχανοκίνητων, και καταλήγει στο κέντρο του σχολικού χώρου. Το κέντρο,
βρίσκεται μέσα στο κήπο του σχολείου, και είναι κατα βάση ο αρχικός καθημερινός
τόπος συνάντησης της κοινότητας, και ο χώρος όπου εκτελούνται οι
συνελεύσεις και παίρνονται αποφάσεις για τη λειτουργία, και τη διαμόρφωση
του προγράμματος κάθε μέρας.
Οι μονάδες, δημιουργούν επιμέρους συναντήσεις, και το
μέγεθος της κάθε μονάδας/φούσκας καθορίζεται από το είδος της
συνάντησης. Στο θεωρητικό πρόγραμμα του σχολείου, τα μαθήματα είναι
διαθεματικά, έτσι κάθε μία αίθουσα φιλοξενεί μία διαφορετική συνύπαρξη
θεμάτων. Επίσης, κάποιες αίθουσες έχουν τη δυνατότητα να λειτουργούν
συμπληρωματικά η μία με την άλλη, κι έτσι έχουν την ευελιξία, να
ενώνονται και να δημιουργούν μεγαλύτερους χώρους, για μεγαλύτερες
συνυπάρξεις χωρικά και σε επίπεδο ανθρώπινης συνύπαρξης αλλά και θεωρητικής/θεματικής.
Η διάταξη τους, επιλέχθηκε βάση του περιεχομένου της κάθε φούσκας, και
πως αυτό μπορεί να επικοινωνήσει, να συνεργαστεί και να συνομιλήσει με το
περιεχόμενο της αίθουσας που βρίσκεται δίπλα ή απέναντι, δημιουργώντας
έτσι πολλαπά επίπεδα σχέσεων και συνδέσεων μεταξύ των θεματικών. Η
διάταξη των αιθουσών βρίσκεται ακτινωτά από το κέντρο,οι κυκλικές
αίθουσες σχηματίζουν έναν κύκλο γύρω του, επιτρέποντας την ύπαρξη του
κήπου ανάμεσα. Η σειρά με την οποία έχουν τοποθετηθεί οι φούσκες,
ορίζεται βάση του προγράμματος που περιλαμβάνουν, και τις σχέσεις με το
περιβάλλον έξω από τον κύκλο, αλλά και με τη σχέση που μπορούν να έχουν
με τις γειτονικές αίθουσες.
Δίνοντας έμφαση στην ελευθερία επιλογής, σε
επιλεγμένες φούσκες προστίθετε μία επιμέρους, η οποία αποτελεί έναν
ενδιάμεσο χώρο, που μπορεί να συμπεριληφθεί στην υπόλοιπη αίθουσα, ή να
αποτελέσει ένα ξεχωριστό χώρο. Εκεί ο μαθητής μπορεί να κάνει
δραστηριότητες της επιλογής του, έχοντας όμως κι επαφή με τα
διαδραματιζόμενα στο μάθημα. Αυτοί οι χώροι είναι προσαρτημένοι στις
φούσκες όπου το περιεχόμενο των συνυπάρξεων, επιτρέπει την ακούσια,
έμμεση συμμετοχή. Οι ενδιάμεσοι χώροι αποτελούνται από πεδία
ξεκούρασης, συζήτησης, παιχνιδιού, που ακολουθούν την λογική της
ελευθερίας επιλογής του προγράμματος.
Οι αίθουσες ακολούθησαν μία λογική κύκλου. Η
κυκλική αίθουσα δεν αφορά μόνο τη κυκλική αρχιτεκτονική του χώρου, αλλά
και τη διάταξη των επίπλων μέσα σε αυτή. Ο κύκλος έχει την αίσθηση όλοι
περιέχονται σε αυτό,. Πρόκειται για μια προσέγγιση διδασκαλίας και
μάθησης, η οποία είναι πιο «περιεκτική» (χωρίς αποκλεισμούς), προωθεί
περισσότερο τη συνεργασία.
Ένα εξίσου σημαντικό σχεδιαστικό στοιχείο των
αιθουσών είναι η ευελιξία τους. Αυτό ορίζεται από την ελευθερία
προσαρμογής του χώρου ανάλογα με τις ανάγκες των ατόμων που βρίσκονται σε
αυτόν ή του εκάστοτε μαθήματος. Οι αίθουσες διαθέτουν συρόμενα πανέλα,
τα οποία καθορίζουν το πόσο ανοιχτός ή κλειστός θα είναι ο χώρος. Μία
από τις βασικότερες αρχές τόσο προγραμαμτικά όσο και σχεδιαστικά είναι η έννοια
του «όλοι προς όλους», γι’αυτό κι επιλέχθηκε η έντονη χρήση τζαμαριών, και η
περιορισμένη χρήση τοίχων. Στόχος είναι όλοι να βλέπουν όλους, και να
μπορούν να συμμετέχουν σαν μια κοινότητα. Οι ευέλικτες αίθουσες δίνουν
στους μαθητές μια επιλογή στο τι είδους μαθησιακός χώρος δουλεύει
καλύτερα για αυτά, και τα βοηθούν να δουλέψουν με συνεργασία, να
επικοινωνήσουν και να εμπλακούν στην κριτική σκέψη. Ως εκ τούτου οι
μαθητές σε μία αίθουσα έχουν περισσότερες από μία επιλογές στο τρόπο
που θα τοποθετηθούν και σε κάθε αίθουσα υπάρχουν πάντα τουλάχιστον τρεις
επιλογές καθίσματος και ο μαθητής έχει ελευθερία να μάθει όπως αυτός
μπορεί.
Ο σχεδιασμός που ακολουθείται εδώ, αντανακλά τη
πεποίθηση ότι διαμορφώνεται μια κοινότητα σκεπτόμενων όπου η γνώμη του
μαθητή είναι κεντρική, ενθαρρύνεται και είναι σεβαστή.
Το κτίριο του σχολείου, βρίσκεται τοποθετημένο μέσα σε
ένα χωράφι για καλλιέργειες, το οποίο ανήκει στο σώμα και το πρόγραμμα
της σχολικής δομής. η σημασία της χειρονακτικής δουλειάς, και η
προσπάθεια μέσω του προγράμματος, να προωθεί δραστηριότητες που την
περιέχουν, ενδυναμώνεται και η έννοια της αυτονομίας και της
αυτοσυντήρησης. Η ύπαρξη του χωραφιού, έχει ως στόχο να θέσει κάποια
θεμέλια ως προς αυτές τις αξίες. Η καλλιέργεια έχει και συμβολικό
χαρακτήρα, καθώς στον ίδιο χώρο η έννοια της καλλιέργειας παίρνεια
διάφορες σημασίες, μεταφορικές και κυριολεκτικές.Μαζί με το μυαλό,
καλλιεργούνται σχέσεις, συναντήσεις αξίες, και η γη με κυριολεκτικό
τρόπο.Καλλιεργώντας τη Νεκρή Ζώνη, δίνεται ζωή σε αυτή, και μαζί
καλλιεργείται και η ελπίδα για το μέλλον.
Η διπλωματική γενικά αφορά τη δημιουργία ενός
διαγράμματος σχολείου προγραμματικά,
λειτουργικά, οργανωτικά και σχεδιαστικά. Ο διαγραμματικός χαρακτήρας της
διπλωματικής αντανακλάται και στο τρόπο παρουσίασης και γραφιστικών επιλογών.