Διπλωματική εργασία: Χωρικά Σενάρια σε Λαξευμένα Σκηνικά
Φοιτήτρια: Γκιμιζούδη Αικατερίνη
Επιβλέπων: Τέλλιος Αναστάσιος
Σχολή: ΑΠΘ, 2020
[Σύνοψη]
Στη
σημερινή εποχή ο άνθρωπος έχει κυριαρχήσει πάνω στη φύση με τις κατασκευές του,
υπερεκμεταλλευόμενος τους φυσικούς πόρους που αυτή του προσφέρει. Στο πλαίσιο
αυτό, κατά τη διπλωματική μου εργασία με απασχόλησαν πολύ τα τοπία εκείνα που ο
άνθρωπος άλλαξε ριζικά με τις ενέργειές του και πιο συγκεκριμένα η νήσος Γυαλί
που βρίσκεται στα Δωδεκάνησα.
Το μικρό
αυτό νησί, με μέγεθος μόλις 4,6 τετραγωνικά χιλιόμετρα, θα μπορούσε να είναι ο
ορισμός της Ανθρωποκαίνου εποχής, η οποία έχει διαδεχθεί ανεπίσημα την Ολόκαινο
γεωλογική εποχή, και περιγράφει το πως η ανθρώπινη δραστηριότητα επηρεάζει αυτή
τη στιγμή τη Γη τόσο έντονα. Πρόκειται για ένα ηφαιστειογενές νησί με δύο
ηφαιστειακούς θόλους, ένα θόλο κίσσηρης (ελαφρόπετρας) και ένα θόλο περλίτη και
οψιανού. Η νησίδα του Γυαλιού είναι το νεότερο ηφαιστειακό κέντρο της περιοχής
και δημιουργήθηκε σε δύο φάσεις με μια έκρηξη πριν περίπου 50.000 χρόνια και με
μια δεύτερη έκρηξη πριν 25.000 χρόνια. Στη διάρκεια της διπλωματικής μου
εργασίας εστίασα στη μεριά του νησιού με αποθέματα ελαφρόπετρας. Το υλικό αυτό
με άριστες φυσικές, χημικές και μηχανικές ιδιότητες, έχει οικοδομικές,
γεωτεχνικές, βιομηχανικές, γεωργικές κ.α. εφαρμογές. Από το 1952 η εταιρεία
ΛΑΒΑ Μεταλλευτική (του ομίλου LafargeHolcim)
εκμεταλλεύεται τα αποθέματα του πετρώματος και αποτελεί τη μεγαλύτερη εξαγωγική
εταιρία κίσσηρης στον κόσμο με παραγωγή που ανέρχεται έως και 1.000.000 τόνους
υλικού ετησίως.
Με την
«κατοίκηση», λοιπόν, του πλούσιου σε ορυκτά λόφου, ο άνθρωπος για άλλη μια φορά
επεμβαίνει στη φύση και δοκιμάζει τη σχέση του με αυτή. Τι θα απογίνει, όμως,
το όμορφο αυτό νησί που χάρισε την υπόστασή του στον άνθρωπο και τις ανάγκες
του, όταν οι εξορύξεις σταματήσουν να λαμβάνουν χώρα;
Σε πρώτη
φάση της εργασίας μου, μελετώντας και συγκρίνοντας δεδομένα, έκανα κάποιες
προβλέψεις και προτάσεις σχετικά με το ρυθμό και την πορεία των εξορύξεων για
τα επόμενα 10 έτη. Έπειτα, σχεδίασα ασφαλείς διαδρομές και στάσεις, οι οποίες
θα οργανώνουν τους ήδη υπάρχοντες επισκέπτες του τόπου, προτείνοντας πορείες
παρατήρησης του ορυχείου, των αρχαιολογικών ευρημάτων, αλλά και του
προστατευόμενου δάσους κουμαριών. Η εκτόνωση των προτεινόμενων διαδρομών γίνεται
στο ψηλότερο σημείο του ορυχείου, όπου και τοποθετώ την κύρια επέμβασή μου.
Λόγω των μεγάλων υψομετρικών διαφορών των βαθμίδων του ορυχείου, επιλέγω η
επέμβαση να κινηθεί στον κατακόρυφο άξονα. Οπτικά το σημείο αυτό βρίσκεται
μεταξύ των φυσικών σχηματισμών ελαφρόπετρας και του τεχνητού ορυχείου,
υπογραμμίζοντας τη μεγάλη αντίθεσή τους.
Συνθετικά,
δημιουργώ ένα μεταλλικό κάνναβο σε μνήμη των χαμένων βαθμίδων γης που έχει
εξορύξει ο άνθρωπος, συμπληρώνοντας το κομμάτι που οπτικά «λείπει» από εκείνο
το σημείο του ορυχείου. Λόγω της σαθρότητας του εδάφους ελαφρόπετρας,
συμβατικές κατασκευαστικές τεχνικές δεν μπορούν να έχουν εφαρμογή στον τόπο
αυτό. Για το λόγο αυτό προτείνω την τεχνική της πασσαλόπηξης των μεγάλων
κατακόρυφων μεταλλικών στοιχείων του καννάβου στο έδαφος, καθώς και τη σύνδεση
οριζόντιων και κατακόρυφων στοιχείων με ειδικές κλειδώσεις. Με τον τρόπο αυτό
οι κτηριακοί όγκοι δεν επηρεάζονται από τις δυσκολίες θεμελίωσης στο
ευμετάβλητο έδαφος, αλλά θα αρθρώνονται πάνω στον μεταλλικό κάνναβο. Άμεση
ανάγκη ήταν, λοιπόν, για μια αρχιτεκτονική που να μπορεί να παραλάβει
τροποποιήσεις απ’ τον άνθρωπο με ευκολία και να μην επηρεάζεται απ’ τη σύσταση
του εδάφους.
Δεδομένης
της ιστορίας του νησιού, των πετρωμάτων και των χαρακτηριστικών τους, αποφάσισα
να διασφαλίσω ότι με το πέρας των εξορυκτικών διαδικασιών το νησί θα συνεχίσει
να έχει ζωή, διατηρώντας ανεπηρέαστη τη μνήμη της προηγούμενής του κατάστασης.
Επομένως, από άποψη χρήσεων προτείνω να δημιουργηθεί μια ψηφιακή, αλλά και
φυσική αρχειοθήκη, όπου τα υλικά του νησιού θα μπορούν να αποθηκεύονται.
Παράλληλα, δημιουργώ ένα ερευνητικό κέντρο όπου θα δίνεται η δυνατότητα σε
επιστήμονες να μελετούν και να δοκιμάζουν insitu τις ιδιότητες και πιθανές νέες
χρήσεις των τοπικών πετρωμάτων. Τελικά, συγκροτείται ένα κέντρο που φιλοξενεί
και άλλα τεκμήρια τέτοιας καταστροφής, από περισσότερα ορυχεία και διαφορετικά
πετρώματα του ελλαδικού χώρου και όχι μόνο, και προτείνω την έκθεση αυτών των
τεκμηρίων σε ένα μουσείο. Η ανθρωπότητα χρειάζεται τα πετρώματα και εφόσον η
υπερεκμετάλλευση των φυσικών πόρων δεν μπορεί να εξαλειφθεί, είναι θεμιτό να
τεθούν κάποιοι κανόνες και νέες προτάσεις γύρω από αυτή. Έτσι, το πληγωμένο αυτό
τοπίο του Γυαλιού, θα ξαναγεμίσει το χαμένο του ανάγλυφο με τις ορυκτές
αναμνήσεις τόσο του ίδιου του νησιού, όσο και άλλων περιοχών.
Ο
σχεδιασμός των κτηριακών όγκων αντλεί πληροφορία από την αρχιτεκτονική υποδομών
όπως datacentres
και serverfarms.Datacentre είναι μια κατασκευή στην οποία
περιέχονται σειρές από servers,
αυτόνομο σύστημα φωτισμού, ψύξης και αερισμού, καθώς και κύκλωμα αδιάκοπης
παροχής ρεύματος (UPS).
Η βιομηχανική αρχιτεκτονική τέτοιων χώρων είναι κατά βάση απρόσωπη και εχθρική
προς την ανθρώπινη ύπαρξη, καθώς εκλείπει η ανθρώπινη συμμετοχή και όλα είναι
αυτοματοποιημένα. Οπότε το σχεδιαστικό στοίχημα είναι αυτοί οι χώροι να
μετασχηματιστούν με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορούν να παραλάβουν χρήσεις που
συμπεριλαμβάνουν τον ανθρώπινο παράγοντα. Σεν ένα γενικότερο πλαίσιο, πιστεύω
πως η ύπαιθρος είναι το πλέον κατάλληλο μέρος για τη φιλοξενία τέτοιων
εγκαταστάσεων, καθώς εξυπηρετεί την ανάγκη για απομάκρυνση τους από
κατοικημένες περιοχές κυρίως λόγω των αυξημένων αναγκών των δομών αυτών σε χώρο
και ενέργεια.
Ένα
ακόμη ζήτημα που με απασχόλησε εξίσου, είναι το πως το μεγάλο ψηφιακό cloud που υπάρχει σήμερα, μπορεί να
γίνει διαθέσιμο και να συνδυαστεί με την οργανωμένη έκθεσή του σε μουσεία και
άλλους χώρους, δίνοντας πρώτον μια νέα μορφή εκθεσιακών χώρων και δεύτερον έναν
νέο τρόπο μαζικής προβολής ψηφιακών πληροφοριών. Έτσι, προκύπτει ο συνδυασμός
της υπάρχουσας ψηφιακής πληροφορίας με ένα νέο είδος μουσείου που δεν ακολουθεί
τη γνωστή μέχρι σήμερα τυπολογία. Τοποθετώντας, λοιπόν, όλα τα παραπάνω στο μη
αστικό περιβάλλον, και πιο συγκεκριμένα σε ένα ανθρωπογενές πληγωμένο τοπίο,
είναι πολύ ενδιαφέρον να μελετηθεί το πως η ανθρωπότητα έχει επηρεάσει τη φύση
και το τοπίο εκτός πόλης, όπου τα σημάδια της ανθρώπινης επιβολής στη φύση
είναι πολύ ορατά. Αποθήκευση και έκθεση, λοιπόν, συνυπάρχουν σε ένα χώρο με
σωστή αναλογία βιομηχανικής εργασίας και καλλιτεχνικής πράξης, και όλα αυτά με
ένα σχεδιασμό προσαρμοστικό που θα μπορούσε να εφαρμοστεί σε περισσότερα
ιδρύματα-φορείς όπου απαιτείται η συνέργεια τεχνολογίας και ανθρώπων.
Σχεδιαστικά
το κτηριακό σύνολο αντιμετωπίσθηκε όπως όλο το νησί, δημιουργώντας διαδρομές,
θέες και οπτικές φυγές, χωρίς να λησμονείται η διάδραση
εδάφους- καννάβου- κτηρίου.
Συνοψίζοντας,
στο συγκεκριμένο πρότζεκτ μελετάται η υπάρχουσα κατάσταση που επικρατεί στο
νησί με τις εξορύξεις και τους συνεχείς εφοδιασμούς των φορτηγών πλοίων με
ελαφρόπετρα που ταξιδεύει σε όλον τον κόσμο. Τίθεται ο προβληματισμός για το
πως έρχεται σε αντίθεση το φυσικό με το τεχνητό στοιχείο και τελικά
συμβολίζεται, μέσω της προτεινόμενης επέμβασης, η αδιάκοπη παρουσία του
ανθρώπινου παράγοντα στο νησί και η τεράστια ευθύνη του για την αισθητική,
περιβαλλοντική, κοινωνική και πολιτισμική επιρροή του τόπου.
_____________________________________________________________________
Thesis: Spatial
Scenarios on Carved Sceneries
Student: Katerina Gkimizoudi
Supervisor:
TelliosAnastasios
[Synopsis]
Nowadays man has dominated nature
with his constructions, overwhelming the natural resources he offers. In this
context, during my thesis I was very concerned about the landscapes that man
radically changed with his actions, and in particular the island of Yali, located
in the Dodecanese.
This small island, only 4.6 square kilometers, could
be the definition of the Anthropocene Geologic Era, which has informally
succeeded the Holocene Era, and describes how human activity is currently
affecting the Earth so strongly. Yali is a volcanic island with two volcanic
domes, a pumice stone dome and a perlite and obsidian dome. The islet of Yali
is the newest volcanic center of the region and was created in two phases with
an eruption 50,000 years ago and a second eruption 25,000 years ago. During my
thesis project, I focused on the island with pumice stocks. This material with
excellent physical, chemical and mechanical properties, has building,
geotechnical, industrial, agricultural and more applications. Since 1952, LAVA
Mining Company (of the LafargeHolcim group) has been exploiting the reserves of
rock and is the largest export company in the world with a production of up to
1,000,000 tons of material per year.
With the "habitation" of the rich mineral
hill, man once again intervenes in nature and tests his relationship with it.
But what will happen to this beautiful island, that has given its existence to
man and his needs, when the excavations cease to take place?
In the first phase of my work, after studying and
comparing data, I made some predictions and suggestions about therate
and course of mining for the next 10 years. Then, I designed safe routes and
stops, which would organize the purpose of the existing visitors to the site,
suggesting observation routes for the mine, the archaeological findings, and
the protected lush forest. Expansion of the proposed routes takes place at the
highest point of the mine, where I place my main intervention.Due to the large
elevation differences of the mine steps, I choose the operation to move on the
vertical axis. Visually this point lies between the natural pumice formations
and the artificial mine, highlighting their great contrast.
Synthetically, I create an installation of a metal grid-space,
in memory of the lost pumice earth that man has mined.This way, the piece that
is visually "missing" from that part of the mine, is completed. Due
to the pumice soil's slowness, conventional construction techniques may not
apply to the site. For this reason, I propose the technique of ramming large
vertical metal columns in the ground, as well as connecting horizontal (pillars)
and vertical (columns) elements with special locks.In this way the building
blocks are not affected by the difficulties of foundation in the pumice ground
but will articulate on the metal grid-space. So, there was an immediate need
for an architecture that could easily accept human modifications and not be
influenced by the composition of the soil.
Given the history of the island, the natural rocks and
their characteristics, I had to ensure that by the end of the mining process
the island would continue to live, preserving the memory of its former state.Therefore,
in terms of uses, I propose the creation of a digital as well as a physical
archive, where the materials of the island can be stored. At the same time, I
am setting up a research center where scientists will be able to study and test
in situ the properties and potential new uses of local rocks.Finally, a center
is being set up that hosts other evidence of such destruction, from more mines
and different rock formations in Greece and beyond, and I suggest exhibiting everything
in a museum. Humanity needs rocks, and since the over-exploitation of natural
resources cannot be eliminated, it is legitimate to put some rules and new
proposals around it. Thus, this wounded landscape of Yali will replenish its
lost resources with the mineral memories of both the island itself and other
areas.
Building design draws information from architecture
infrastructure such as data centers and server farms. The data center is a
construction that includes a series of servers, an autonomous lighting, cooling
and ventilation system, as well as a UPS. The industrial architecture of such
spaces is basically impersonal and hostile to human existence, as human
participation is eliminated, and everything is automated.So, the design aims
that these spaces are transformed in such a way that they can accommodate uses
that include the human factor. In a broader context, I believe that the
countryside is the most suitable place to host such facilities, as it serves
the need to remove them from residential areas mainly due to the increased
needs, of these structures, in space and energy.
Another issue that has also interested me, is how the
large digital cloud that exists today could be available and combined with its
organized exposure to museums and other venues, giving a new form of exhibition
space. Thus, it is the combination of existing digital information with a new
kind of museum that does not follow the typology known to date.So, putting all
the above in the non-urban environment, and more specifically in a man-made
wounded landscape, it is very interesting to study how humanity has influenced
nature and the landscape outside the city, where the signs of human imposition
on nature are very much visible. Storage and exhibition, therefore, coexist in
a space with a good proportion of industrial and artistic work, all with an
adaptive design that could be applied to more carrier institutions where
technology and human synergy are required.
The design of the building includes the design techniques
that were used to the whole island like creating paths and sights, without
forgetting the land-grid-building interaction.
To sum up, this project examines the existing
situation on the island with the extraction and continuous supply of
pumice-laden cargo ships traveling around the world. Concerns are raised about
how the natural is opposed to the artificial element and ultimately, through
the proposed intervention, the continuous presence of the human factor on the
island is symbolized, as well as its huge responsibility for the aesthetic,
environmental, social and cultural influence of the region.