Φοιτήτρια: Μαριέττα Παριώτη
Επιβλέπουσα: Σοφία Τσιράκη
Σύμβουλος: Ελένη Αλεξάνδρου
Σχολή: ΕΜΠ
Η παρούσα διπλωματική εργασία αφορά τον σχεδιασμό ενός εκπαιδευτικού συγκροτήματος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στο Ληξούρι Κεφαλονιάς. Αρχικά, θα πραγματοποιηθεί μια περιήγηση στην πόλη του Ληξουρίου, προκειμένου να αναδειχθούν ορισμένα βασικά στοιχεία της. Στον χάρτη που ακολουθεί απεικονίζεται ολόκληρη η κωμόπολη με βασικά τοπόσημα, όπως το Μουσείο-Πολιτιστικό Κέντρο, τα εκπαιδευτικά ιδρύματα και το θέατρο που βρίσκεται στην κεντρική πλατεία, το οποίο είναι προς το παρόν ανενεργό.
Το Ληξούρι αναπτύσσεται παράλληλα με το παραλιακό μέτωπο, με δύο βασικές οδούς να διαμοιράζουν την κυκλοφορία. Το επιλεγμένο οικόπεδο, κοντά σε σημαντικά εκπαιδευτικά ιδρύματα, προσφέρει θέα στη θάλασσα και ιδανικές συνθήκες για τον σχεδιασμό της σύνθεσης. Η περιοχή χαρακτηρίζεται από μικρά κτίρια, ενώ τα μεγαλύτερης κλίμακας εκπαιδευτικά ιδρύματα διευκολύνουν την ένταξη του νέου συγκροτήματος στον πολεοδομικό ιστό.
Η συνθετική διαδικασία ξεκινά με το ενδιαφέρον για μια αιθριακή διάταξη. Ωστόσο, το συγκεκριμένο αρχέτυπο χαρακτηρίζεται από έναν εσωστρεφή χαρακτήρα, ο οποίος δεν εξυπηρετεί τις προθέσεις για το συγκεκριμένο σχολικό συγκρότημα. Σκοπός της σύνθεσης είναι η σύνδεση του σχολείου με την πόλη. Έτσι, ο κλειστός χαρακτήρας του αιθρίου διασπάται και, με μια περιστροφική κίνηση ανοίγεται προς την πόλη.
Η γενική διάταξη, όπως φαίνεται στον τοπογραφικό χάρτη, χωρίζει το συγκρότημα σε δύο βασικά κτίρια, συνδεδεμένα με μια κύρια διαδρομή που ενώνει τις βασικές οδικές αρτηρίες και καταλήγει στη θάλασσα, εξασφαλίζοντας λειτουργική ροή και οπτική σύνδεση με το περιβάλλον. Στο ισόγειο, οι αίθουσες διδασκαλίας έχουν χωρητικότητα 18-20 μαθητές και με μια απλή χειρονομία, την ελαφριά μετατόπιση της ενδιάμεσης ζώνης, δημιουργείται ένας μεταβατικός χώρος, κατώφλι, ικανός να φιλοξενήσει κοινωνικές δραστηριότητες και να διακόψει την ευθύγραμμη πορεία του διαδρόμου. Στο πίσω μέρος, προστίθενται ημιυπαίθριοι χώροι που ενισχύουν την αλληλεπίδραση με το περιβάλλον.
Το οικόπεδο, αν και ελαφρώς επικλινές, αξιοποιείται με τρόπο που τα κτήρια γίνονται μέρος του εδάφους, καθώς αναπτύσσονται κλιμακωτά. Τα διάφορα επίπεδα συνδέονται μεταξύ τους μέσω ραμπών και σκαλιών, προσφέροντας εύκολη πρόσβαση και συνέχεια στον χώρο.
Το ισόγειο του Λυκείου, που συναντάμε στην νότια πλευρά του οικοπέδου, περιλαμβάνει χώρους διοίκησης, εργαστήρια, κυλικείο και έναν χώρο πολλαπλών χρήσεων σχεδιασμένο με πλατώματα που φιλοξενεί αθλητικές δραστηριότητες ανεξαρτήτως καιρικών συνθηκών. Ο κεντρικός εργαστηριακός χώρος, έχει σχεδιαστεί με ευέλικτη διάταξη και κινητά πάνελ όπου επιτρέπουν τη δημιουργία υποενότητων, ενώ οι διαφορές ύψους ανάμεσα στα επίπεδα βοηθούν στον διαχωρισμό χωρίς τη χρήση σκληρών ορίων, όπως οι τοίχοι. Στην πίσω πλευρά του εργαστηρίου με τη χρήση αναλημματικών τοιχείων διαμορφώνονται πλατφόρμες με πατημένο χώμα, όπου μπορεί να μεταφερθεί η εκπαιδευτική διαδικασία. Από την άλλη πλευρά, στο Γυμνάσιο συναντάμε χώρους διοίκησης, κυλικείο, βοηθητικούς χώρους και το σύνολο των αιθουσών διδασκαλίας.
Το υπόγειο φιλοξενεί το αμφιθέατρο, το οποίο φωτίζεται φυσικά μέσω φεγγιτών και συνοδεύεται από αποθηκευτικούς χώρους. Στον πρώτο όροφο, το Γυμνάσιο διαθέτει εργαστήρια και χώρους όπως ιατρείο, αρχείο και χώρο που εξυπηρετεί τον σύλλογο γονέων και κηδεμόνων, καθώς στο κάθετο σκέλος εκτείνεται βατό δώμα, ιδανικό για διάφορες δραστηριότητες. Στο Λύκειο συναντάμε, όπως και στην περίπτωση του Γυμνασίου ιατρείο, αρχείο, χώρο για τον σύλλογο γονέων και κηδεμόνων, βοηθητικούς χώρος αλλά και τις αίθουσες διδασκαλίας.
Στον δεύτερο όροφο, που συναντάμε μόνο στο κτήριο του Γυμνασίου, βρίσκεται η βιβλιοθήκη, που λειτουργεί ως κεντρικός χώρος μάθησης, συνδυάζοντας την παραδοσιακή σχολική διάταξη με σύγχρονα ελεύθερα στοιχεία. Η βιβλιοθήκη προσφέρει προστασία στο προαύλιο από τον βόρειο άνεμο, ολοκληρώνοντας τη σύνθεση με έμφαση στη μάθηση, τη λειτουργικότητα και τη σύνδεση με το φυσικό περιβάλλον.